Του Δημήτρη Δερμάτη
Μια θεωρητική προσέγγιση πάνω στον κόσμο των ιδεών (ενν. ιδεολογία) στην Ελλάδα του σήμερα δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να γίνει αποκομμένη από την ίδια την κοινωνία, στο πεδίο της οποίας αλληλεπιδρούν μεταξύ τους άλλωστε, ούτε θα μπορούσε να αναλυθεί διαφορετικά παρά μόνο μέσα από κοινωνικούς όρους.
Καθώς τα παραδοσιακά σχήματα της πολιτικής διαστρωμάτωσης (αριστερά-κέντρο-δεξιά) πολυδιασπώνται σε μικρότερης δυναμικής τάσεις, διαφορετικής μεταξύ τους πολιτικής τοποθέτησης και θεώρησης υποχρεωνόμαστε πλέον να προχωρήσουμε σε συγκριτική μελέτη με κύριο άξονα το ιδεολογικό τους περιεχόμενο...
Στην παρούσα ανάλυση επιλέγω να εστιάσω αποκλειστικά στον χώρο της δεξιάς επιχειρώντας μια αντιπαραβολή της εφαρμοζόμενης σήμερα πολιτικής του εν λόγω πολιτικού χώρου με μια ριζικά διαφορετική πολιτική πρόταση που δύναται να προσφέρει διέξοδο ή τουλάχιστον να αποτελέσει έναν θεωρητικό οδηγό προς αυτή την κατεύθυνση.
Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο διακυβέρνησης που πρώτη υιοθέτησε και εφάρμοσε η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ την δεκαετία του 1980 έχει πολλές ομοιότητες με την σημερινή κυβερνητική πολιτική στην Ελλάδα. Κοινή συνισταμένη η υποχώρηση του κράτους σε βαθμό τέτοιο που να διευκολύνει την επιχειρηματική δραστηριότητα ακόμα και έναντι του κοινωνικού συνόλου ορισμένες φορές.
Επρόκειτο για μια συνολική μεταρρύθμιση της βρετανικής οικονομίας που ξεκίνησε από την σταδιακή αποδόμηση των συνδικαλιστικών ενώσεων και ολοκληρώθηκε με την πλήρη αποβιομηχάνιση της χώρας. Οι δυο βασικοί πυλώνες του νεοφιλελευθερισμού είναι η μείωση της φορολογίας με την προϋπόθεση να λειτουργήσει ως κίνητρο για οικονομική ανάπτυξη και οι ιδιωτικοποιήσεις μεγάλων επιχειρήσεων.
Στην Ελλάδα η φορολόγηση παραμένει υψηλή ακόμη εξαιτίας της ανάγκης εύρεσης πόρων για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους. Συνεπώς το χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξης στην προσπάθεια εφαρμογής του στην ελληνική πραγματικότητα σκιαγραφεί την αναποτελεσματικότητά του.
Η στρατηγική των αποκρατικοποιήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο υπήρξε αποτελεσματική ως ένα βαθμό μόνο σε χώρες όμως, οι οποίες διέθεταν τα κατάλληλα μέσα και υποδομές, ώστε να μπορέσουν να ιδιωτικοποιηθούν άμεσα οι μεγάλες επιχειρήσεις τους και να παραμείνουν κερδοφόρες στο μέλλον.
Στην Ελλάδα, όπου η βιωσιμότητα μιας επιχείρησης μπορεί να θιγεί από την μια μέρα στην άλλη-λόγω της εύθραυστης κατάστασης της αγοράς- κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά επισφαλές και το αποτέλεσμα του εκ προοιμίου θα μπορούσε να αμφισβητηθεί.
Μια διαφορετική διάσταση, τροφή για σκέψη και παραλληλα κριτική στον νεοφιλελευθερισμό δίνεται επαρκώς από τον Άγγλο διανοούμενο συντηρητικό Φίλιπ Μπλόντ και το “think tank” του, “ResPublica” , ο οποίος διαπιστώνει ότι η αποτυχία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου οφείλεται ακριβώς στο αίτιο του που είναι και ταυτόχρονα και αποτέλεσμα της εφαρμογής του.
Δεν είναι άλλο από την μονοπώληση και την συγκέντρωση του πλούτου στους λίγους στον ιδιωτικό τομέα με την παράλληλη υπονόμευση του ρόλου της οικογένειας και του ατόμου στα πλαίσια μιας κακώς εννοούμενης συλλογικότητας.
Προτείνει τον επαναπροσδιορισμό των αξιών της δεξιάς, έθιμα, παραδόσεις, οικογένεια και υπερθεματίζει ακριβώς αυτή την ανάγκη να ενισχυθεί η ατομικότητα μέσα από την υιοθέτηση μια αντιμονοπωλιακής πολιτικής ως διέξοδο από την παγκόσμια ύφεση.
Στην χώρα μας η ατομικότητα τοποθετείται στο μέσο μεταξύ αγοράς και κράτους ισορροπώντας σε μια λεπτή κλωστή στην παρούσα φάση. Αυτή είναι η πρόκληση που καλείται να αντιμετωπίσει η δεξιά διακυβέρνηση στην Ελλάδα, με ποιο τρόπο δηλαδή θα καταφέρει να τονώσει την ατομικότητα και να “προστατέψει” το άτομο από την λαίλαπα της ελεύθερης αγοράς.
Η νεοφιλελεύθερη έκφραση της υπάρχουσας πολιτικής ελίτ αδυνατεί να το επιτύχει κατά την γνώμη μου, διότι απαιτείται υπέρβαση και διαφοροποίηση από τις θεμελιώδεις αρχές της ίδιας της ιδεολογίας.
Η επιδίωξη για ισχυροποίηση του κράτους, όχι τόσο δομικά όσο σε επίπεδο αναβάθμισης των δημόσιων πολιτικών μέσω των συχνότερων παρεμβάσεων του κράτους προς την κατεύθυνση της στήριξης με οικονομικά, ηθικά ή άλλα μέσα των εγχώριων φορέων, είναι επιτακτική.
Αναφέρομαι στους κοινωνικούς εκείνους μηχανισμούς που έχουν την δυνατότητα να αντεπεξέλθουν στην κρίση και να οδηγήσουν στην ανάπτυξη της αγοράς στο μέλλον. Στο παραπάνω παράδειγμα δεν νοούνται ως κοινωνικοί μηχανισμοί αποκλειστικά οι επιχειρήσεις.
Ουσιαστικά μιλάμε για μια στρατηγική “εσωτερικής επένδυσης” παρέχοντας κίνητρο στο άτομο να συμμετάσχει κι αυτό από την πλευρά του στις κοινωνικές διαδικασίες.
Ένα επιπλέον έλλειμμα της νεοφιλελεύθερης σκέψης αφορά στην εξωτερική πολιτική. Εκεί όπου σήμερα για την χώρα μας διακυβεύονται τεράστια οικονομικά συμφέροντα.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα θα αποτελέσει στο μέλλον η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, η οποία στην νεοφιλελεύθερη συνείδηση πρόκειται απλώς για μια ευκαιρία, ένα “deal” με όρους οικονομίας σε συνάρτηση με τους εξωτερικούς παίκτες.
Απαιτείται και εδώ όπως και προηγουμένως μια απόκλιση από την βασική νεοφιλελεύθερη αντίληψη και μια περισσότερο εθνική προσέγγιση.
Η ανάγκη για την ανακήρυξη της ΑΟΖ είναι πιο επίκαιρη από ποτέ και χρειάζεται να έρθει μέσα από μια πολιτική συμμαχιών με τις γειτονικές φίλιες χώρες, ενώ με τις εχθρικές στο μέτρο των κανόνων των διεθνών σχέσεων να ασκηθεί όσο μεγαλύτερη πίεση, ώστε να επιτευχθεί στο τέλος η καλύτερη δυνατή συμφωνία για την χώρα μας.
Αυτή την ακολουθία στην εξωτερική πολιτική που επί της ουσίας πρόκειται για μια στρατηγική σε βάθος χρόνου αδυνατεί να ακολουθήσει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο με τις παρούσες πολιτικές και επιδιώξεις.
Ο νεοφιλελευθερισμός πλέον αποτελεί αναμφισβήτητα την επίσημη ιδεολογία της πολιτικής ελίτ της δεξιάς στην Ελλάδα. Η κοινωνική βάση όμως διαφοροποιείται αισθητά από αυτή την θέση και σημειώνει την λάθος κατεύθυνση αυτής της πολιτικής.
Μεγάλος αριθμός κοινωνικών επιστημόνων επίσης διαπιστώνει την ανεπάρκεια του να δώσει λύσεις στο σύγχρονο πολιτικό περιβάλλον και ειδικά στην περίοδο της κρίσης.
Χρειάζεται επαναπροσδιορισμός όλων εκείνων των αξιών του συντηρητικού χώρου που έχουν αντικατασταθεί από τις νεοφιλελεύθερες “ελευθεριότητες”, μια επαναθεμελίωση του ιδεολογικού χαρακτήρα του πολιτικού χώρου που να έχει τις απαντήσεις σε θεμελιώδη ζητήματα πολιτικής φύσης που αφορούν άμεσα την κοινωνία.
Εδώ είναι το μεγάλο στοίχημα μέσω της αλλαγής και της μεταστροφής από την μια ή της προσκόλλησης σε ατελέσφορες προσπάθειες πολιτικής δράσης από την άλλη.
Αθήνα 05/2013
olympia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου