Τρίτη 6 Ιουνίου 2017

ΑΝ ΔΕΝ ΠΑΡΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΛΥΣΗ ΑΛΛΑ ΜΟΝΟΝ ΔΙΑΛΥΣΗ.

Γράφει ο  Βασίλης Βιλιάρδος

Δεν είναι απίθανο να διαμοιρασθεί η Ευρώπη μεταξύ των Η.Π.Α., της Κίνας και της Ρωσίας, στα πλαίσια ενός τριπολικού πλανήτη – ενώ η Ελλάδα πρέπει να πάρει τη μοίρα της στα δικά της χέρια, όπως πρότεινε η καγκελάριος για την ΕΕ, προτού είναι πολύ αργά.

«Οι εποχές κατά τις οποίες ήμασταν σε θέση να βασιζόμαστε ολοκληρωτικά σε άλλους, έχουν κάνει ένα βήμα προς το παρελθόν…....Εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει να πάρουμε τη μοίρα μας πραγματικά στα δικά μας χέρια…

Πρέπει φυσικά να παραμείνουμε φίλοι με τις Η.Π.Α. και με τη Μ. Βρετανία, αλλά οφείλουμε να γνωρίζουμε πως θα πρέπει να αγωνιζόμαστε μόνοι μας για τη μοίρα μας» (A. Merkel, πηγή).

Ανάλυση

Οι εξαιρετικά σοβαρές δηλώσεις της γερμανίδας καγκελαρίου δεν οφείλονται προφανώς στην απόσταση που πήρε ο κ. Trump από την κλιματική συμφωνία του Παρισιού – ούτε ίσως στη μη δέσμευση του, όσον αφορά το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ περί αμοιβαίας άμυνας, κάτι που πιθανόν σηματοδοτεί μία προσεκτική προσέγγιση του με τη Ρωσία (άρθρο).

Κατά την άποψη μας έχουν κυρίως σχέση με την απαίτηση να πληρώνει η Γερμανία στο ΝΑΤΟ το συμφωνηθέν 2% επί του ΑΕΠ της και μάλιστα αναδρομικά – κάτι που θα σήμαινε πως ο προϋπολογισμός της θα επιβαρυνόταν ανάλογα. Επίσης με τις επιπλήξεις του αμερικανού προέδρου, όσον αφορά τα υπερβολικά πλεονάσματα της, τα οποία οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στο υποτιμημένο ευρώ – με τη βοήθεια της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης που ουσιαστικά προκλήθηκε από τη Γερμανία, η οποία (κρίση) ανάγκασε την ΕΚΤ να μηδενίσει τα βασικά της επιτόκια, καθώς επίσης να αυξήσει τη ρευστότητα, εις βάρος φυσικά της ισοτιμίας του κοινού νομίσματος.

Σύμφωνα τώρα με τη Washington Post, οι δηλώσεις της καγκελαρίου σηματοδοτούν μία σαφή αλλαγή της πολιτικής ρητορικής της – ιδίως η αναφορά της, κατά την οποία οι Η.Π.Α. δεν αποτελούν πλέον έναν αξιόπιστο εταίρο! Πιστεύει δε πως η κυρία Merkel ήταν προσεκτική και καθόλου παρορμητική – έχοντας στόχο τη δημιουργία μίας άλλης ΕΕ, η οποία θα είναι ισχυρότερη και πιο αυτόνομη, καθώς επίσης λιγότερο πρόθυμη να αφήσει την ηγεσία της στις Η.Π.Α. (άρα υπό τη γερμανική ηγεμονία).

Κατά τους βρετανικούς Times όμως, το ευρωπαϊκό μέρος του ταξιδιού του κ. Trump έδειξε στον καθέναν, ο οποίος πιθανόν αμφέβαλε ότι, αυτός ο πρόεδρος δεν είναι δύσκολο να παραπλανηθεί αλλά, ταυτόχρονα, πολύ εύκολο να υποτιμηθεί – ότι δηλαδή ακόμη και αν καταφέρει να τον κοροϊδέψει κανείς θα το καταλάβει πολύ σύντομα, οπότε δεν πρέπει να τον υποτιμάει. Από τη στιγμή που ανέλαβε την εξουσία έμαθε γρήγορα πολλά σχετικά με την Κίνα, παίρνοντας ήσυχα και σιωπηλά απόσταση από τις προεκλογικές του δεσμεύσεις – όσον αφορά τη διεξαγωγή ενός εμπορικού πολέμου με τη χώρα ή την καταδίκη της για χειραγώγηση του νομίσματος της.

Εκτός αυτού, ξανά κατά τους Times, απέφυγε έξυπνα, ακολουθώντας τις συμβουλές του Καναδά και του Μεξικού, να καταργήσει τη συμφωνία ελευθέρου εμπορίου της Β. Αμερικής (NAFTA) – ενώ διατήρησε τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, λόγω της προσάρτησης της Κριμαίας. 

Ανησύχησε βέβαια το ΝΑΤΟ, μη επιβεβαιώνοντας ρητά την εγγύηση αμοιβαίας άμυνας, καθώς επίσης τους G7 μη αναγνωρίζοντας την κλιματική συμφωνία του Παρισιού που υπέγραψε ο κ. Obama – αλλά και τα δύο θα ήταν ακόμη δυνατόν να συμβούν, ενώ θα ήταν έξυπνο εκ μέρους του να το κάνει.

Περαιτέρω, αυτό που φαίνεται σίγουρο είναι το ότι, ο κ. Trump πήρε αποστάσεις από τη Γερμανία, προσεγγίζοντας εκτός από τη Βρετανία και εν μέρει την Ιταλία, τη Γαλλία – την οποία έχει επιλέξει να επισκεφθεί σήμερα ο πρόεδρος Putin παρά το ότι δεν είχε στηρίξει τον κ. Macron (πηγή), μετά από πρόσκληση του τελευταίου που εξέπληξε τη Γερμανία, αφού ήταν η βασική του υποστηρίκτρια. Δεν πρέπει δε να ξεχνάμε τις επιθέσεις του υποψήφιου πρέσβη των Η.Π.Α. στην ΕΕ εναντίον του ευρώ – το οποίο αποτελεί για τη Γερμανία το θεμέλιο στήριγμα της οικονομικής της δύναμης.

Συνεχίζοντας η καγκελάριος φοβάται, εκτός από την προσέγγιση της Ρωσίας με τις Η.Π.Α., αφενός μεν τη διείσδυση του κ. Putin στην ΕΕ, κάτι που αποτελεί «κόκκινο πανί» για την εξωτερική της πολιτική, αφετέρου τυχόν «μοίρασμα» της Ευρώπης μεταξύ των τριών μεγάλων δυνάμεων (ανάλυση) – οι οποίες δεν είναι καθόλου απίθανο αντί να συγκρουστούν μεταξύ τους (όπως, για παράδειγμα, η Κίνα με τη Γερμανία εναντίον Η.Π.Α., Ρωσίας, Βρετανίας και Ιαπωνίας), διενεργώντας έναν πόλεμο που δεν θα είχε νικητές αλλά μόνο χαμένους, να συμφωνήσουν στη δημιουργία τριών πόλων επιρροής όσον αφορά την παγκόσμια κυριαρχία.

Από την άλλη πλευρά, θεωρούμε πολύ δύσκολο να αποδεχθούν οι Ευρωπαίοι τη δημιουργία μίας Ευρώπης αντίπαλης των Η.Π.Α., της Ρωσίας, της Βρετανίας και ενδεχομένως της Κίνας, υπό την ηγεμονία της Γερμανίας – όπως συμπεραίνεται από τις δηλώσεις της καγκελαρίου στην αρχή του κειμένου. Ένα τέταρτο Ράιχ δηλαδή, όταν δεν έχει ξεχάσει κανένας ακόμη το ναζιστικό τρίτο – πόσο μάλλον όταν «απομυζούνται» σχεδόν όλες οι χώρες οικονομικά από τη Γερμανία, ενώ στενάζουν κάτω από την πολιτική λιτότητας που τους έχει επιβάλλει απολυταρχικά ο κ. Σόιμπλε.

Η ελληνική ιδιαιτερότητα

Στην Ελλάδα τώρα, στην οποία διεξάγεται η μάχη του ΔΝΤ (Η.Π.Α.) με τη Γερμανία, ο κ. Σόιμπλε απαιτεί μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα στο διηνεκές – έτσι ώστε να καλύπτονται οι τόκοι και να μη δημιουργείται νέο χρέος. 

Ταυτόχρονα, επιδιώκει τη μείωση του υφισταμένου χρέους μέσω την εκποίησης της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας – η οποία (ιδιωτική περιουσία) θα μεταφέρεται στο κράτος ή/και στις αφελληνισμένες τράπεζες μέσω των υψηλών φόρων, των χαμηλών εισοδημάτων, των κατασχέσεων και των πλειστηριασμών, ενώ από το κράτος στους πιστωτές.

 Έτσι θα θεωρούταν το χρέος βιώσιμο, όπως απαιτεί το ΔΝΤ, ενώ δεν θα υπήρχε λόγος διαγραφής του, όπως επιθυμεί ο ίδιος – για να κρατάει την Ελλάδα όμηρο για πολλές δεκαετίες και τους Έλληνες σκλάβους χρέους.

Την ίδια στιγμή υπάρχουν δυστυχώς αρκετοί Έλληνες, «οικονομολογούντες» καθηγητές οικονομικών και πολιτικές παρατάξεις, οι οποίοι ισχυρίζονται πως το πρόβλημα της χώρας δεν είναι το δημόσιο χρέος, αλλά η ανάπτυξη, το παραγωγικό μοντέλο, οι διαρθρωτικές αλλαγές που δεν έγιναν κοκ. – στηρίζοντας ακούσια ή εκούσια το «δόκτορα του θανάτου», όπως αποκαλείται ο Γερμανός υπουργός οικονομικών από ορισμένους σχολιαστές του εξωτερικού.

Όλοι αυτοί αδυνατούν ή δεν θέλουν να καταλάβουν ότι, το θεμελιώδες πρόβλημα της Ελλάδας είναι η μηδενική πιστοληπτική της ικανότητα – γεγονός που σημαίνει ότι, κανένας ξένος επενδυτής δεν την εμπιστεύεται, με μοναδική εξαίρεση εκείνους που τη λεηλατούν εξαγοράζοντας ότι βρουν σε εξευτελιστικές τιμές, αφού μόνο υπό αυτές τις προϋποθέσεις ρισκάρουν τα χρήματα τους. 

Φυσικά το ίδιο ισχύει για τους εγχώριους επενδυτές, οι οποίοι θα έπρεπε να προηγηθούν των ξένων – επίσης για το δανεισμό του δημοσίου, για τις τράπεζες και για τις ελληνικές επιχειρήσεις.

Το πρόβλημα όμως αυτό δεν επιλύεται χωρίς τη διαγραφή ή το πάγωμα ενός μεγάλου μέρους του δημοσίου χρέους της χώρας μας, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή μία αντίστοιχη του ιδιωτικού – οπότε το χρέος είναι το νούμερο ένα εθνικό ζήτημα, από το οποίο εξαρτάται η ανάπτυξη, ένα καινούργιο παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας, οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις (δεν δρομολογούνται ποτέ σε περιόδους παρατεταμένης ύφεσης) και γενικότερα το βιώσιμο μέλλον της πατρίδας μας, το οποίο περιγράψαμε σε ένα σενάριο (ανάλυση).

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, το 2018 τελειώνει η χρηματοδότηση της χώρας, παρά το ότι δεν ισχύει κάτι ανάλογο για τα μνημόνια που θα παραμείνουν στο διηνεκές – σύμφωνα με τους όρους της Τρόικα, η οποία απαιτεί την εποπτεία της οικονομίας έως ότου εξοφληθεί το 75% των δανείων που έχουμε λάβει από τους θεσμικούς πιστωτές.

Ως εκ τούτου, από το 2018 και μετά η εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων μας θα πρέπει να εξασφαλίζεται με ίδια μέσα – οπότε αφενός μεν θα πρέπει να καλύπτονται οι τόκοι με τα πρωτογενή πλεονάσματα, στραγγαλίζοντας την ανάπτυξη, αφετέρου να ανακυκλώνονται διαρκώς τα χρεολύσια από τις αγορές με τη στήριξη της ΕΚΤ, αφού προηγουμένως επιμηκυνθούν για να είναι εφικτό.

Κατά την άποψη μας τώρα, η οποία δεν σημαίνει πως είναι σωστή, η χώρα δεν θα τα καταφέρει – πόσο μάλλον εάν υπάρξει μία επόμενη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία θεωρείται νομοτελειακή, ενώ όσο περισσότερο αργεί, τόσο ισχυρότερη θα είναι. Επομένως, αυτό που μας απομένει είναι είτε

(α) η αποδοχή της πρότασης του κ. Σόιμπλε για έξοδο από την Ευρωζώνη, με αντάλλαγμα τη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του χρέους μας – όπου σύμφωνα με την ανάλυση μας θα ήταν άνω του 70% (50% εάν παραμέναμε στο ευρώ), είτε

(β) η στάση πληρωμών εντός της Ευρωζώνης, με την ταυτόχρονη καταγγελία των δανειακών συμβάσεων, την αγωγή αποζημίωσης εναντίον της Τρόικα για τις ζημίες που μας προκάλεσε κοκ. – εάν οι πιστωτές δεν συμφωνήσουν στη διαγραφή του 50% εντός του ευρώ που οφείλει να διαπραγματευθεί μία ειδική επιτροπή χρέους (ανάλυση).

Είτε το ένα, είτε το άλλο, το σίγουρο είναι πως θα πρέπει να αποφασιστεί τώρα, πριν από τις γερμανικές εκλογές και εν μέσω των γεωπολιτικών εξελίξεων που ήδη αναφέραμε – ή, το αργότερο, πριν από τη λήξη της 3ης και τελευταίας δανειακής σύμβασης, αφού τα μνημόνια θα συνεχιστούν για πολλά χρόνια, χωρίς χρήματα. Εάν δεν το κάνουμε, έχοντας ίσως την ψευδαίσθηση πως αρκεί ένα άλλο μείγμα πολιτικής για να ξεφύγουμε από την παγίδα του χρέους, τότε η Ελλάδα θα βιώσει οδυνηρές καταστάσεις – τις οποίες μπορούμε και πρέπει να αποφύγουμε.

Υστερόγραφο: Όταν η ΕΚΤ αγοράζει από το 2015 περιουσιακά στοιχεία αξίας 80 δις € μηνιαία (60 δις πλέον) με το πρόγραμμα που έχει δρομολογήσει (πηγή), απομονώνοντας εντελώς την Ελλάδα με διάφορα προσχήματα, είναι ανόητο να περιμένουμε θετικές αποφάσεις από το Euro Group που έχει αυθαίρετα δημιουργήσει ο κ. Σόιμπλε για να προετοιμάσει το γερμανικό ΔΝΤ, το ESM – οπότε, εάν δεν πάρουμε τη μοίρα μας στα δικά μας χέρια, όπως πρότεινε η καγκελάριος για την ΕΕ, για τη χώρα της ουσιαστικά, επιμένοντας σε ουτοπικές λύσεις, δεν πρόκειται να υπάρξει βιώσιμο μέλλον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου