Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΛΕΣΧΗ ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ.

Άκρως αποκαλυπτικό απόσπασμα από το “απαγορευμένο” βιβλίο του Σεραφείμ Κοτρώτσου.

Tους τελευταίους μήνες πριν την έκδοση του βιβλίου που κρατάς, φίλε αναγνώστη, κι ενώ συγκέντρωνα στοιχεία στην Αθήνα και το Βερολίνο, αρκετοί ήταν εκείνοι που με ρωτούσαν: «μήπως έχεις εμμονή με τον Σόϊμπλε; 


Μόνο αυτός είναι που ενσαρκώνει τη γερμανική πολιτική των τελευταίων ετών;».

Η ερώτηση είναι λογική. Ένα βιβλίο για τον Λύκο (Wolf) δεν θα είχε νόημα παρά μόνο σαν μια προσωπογραφία, όπως τόσες που γράφονται συχνά για πολιτικές προσωπικότητες.

Η άποψή μου, ωστόσο, είναι πως ο Βολφγκανγκ Σόϊμπλε είναι το σημαντικότερο πρόσωπο στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή τα τελευταία χρόνια. 


Θα εκπλήξω, ίσως, αρκετούς εάν πω ότι κατά την άποψή μου οι μετοχές του Λύκου είναι πολυτιμότερες ακόμα και από εκείνες της Άνγκελα Μέρκελ στο γερμανικό χρηματιστήριο πολιτικών και «ηθικών» αξιών.

Αυτό αποδείχθηκε και στις τελευταίες γερμανικές εκλογές, αφού ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε ήταν ....

...τρίτος κατά σειρά σε αριθμό ψήφων μετά τον πρόεδρο Γιοαχίμ Γκάουγκ και την Καγκελάριο.

Ο ανταποκριτής του «Βήματος» Νίκος Χειλάς έγραφε, μάλιστα, για «σοϊμπλομανία» επιχειρώντας να εξηγήσει πως ο υπουργός Οικονομικών είναι ένας εκ των πλέον δημοφιλών προσώπων μεταξύ των γερμανών πολιτών ενώ είναι ένα από τα πιο αντιπαθή πρόσωπα στο μεγαλύτερο μέρος της «εκτός γερμανικού αστερισμού» Ευρωζώνης.

Ο Σόϊμπλε εξελέγη άμεσα βουλευτής λαμβάνοντας το 56% των ψήφων που συγκέντρωσαν οι Χριστιανοδημοκράτες στην εκλογική περιφέρεια του Όφενμπουργκ της Βάδης-Βυρτεμβέργης, εκεί όπου ο ψυχολογικά διαταραγμένος Ντίτερ Κάουφμαν προσπάθησε να τον δολοφονήσει περίπου 23 χρόνια νωρίτερα.

Είναι βέβαιο ότι ο ιστορικός του μέλλοντος θα αφιερώσει στην Άνγκελα Μέρκελ, περισσότερες σελίδες στο βιβλίο της γερμανικής πολιτικής αφήγησης απ΄ ότι στον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πολλά για τους γνωρίζουν. 


Ο πολιτικός που ηττήθηκε από την πανίσχυρη Καγκελάριο στην εσωκομματική κούρσα της διαδοχής του Χέλμουτ Κολ, ο άνθρωπος που βρέθηκε ενώπιον της φυλακής στην σκανδαλώδη υπόθεση των παράνομων χρηματοδοτήσεων του κόμματός του είναι το ίδιο πρόσωπο με τον υπουργό Οικονομικών έναντι του οποίου υποκλίνονται, τα τελευταία χρόνια, όλοι οι ομόλογοί του στην Ευρωζώνη και ο ίδιος πολιτικός που πάνω από το 70% των Γερμανών θα ήθελαν να παραμείνει εφ’ όρου ζωής στα ηνία της οικονομικής πολιτικής της χώρας τους.

Από την άλλη, όμως, ο κυνικός προτεστάντης από το Φράϊμπουργκ της Βάδης- Βυρτεμβέργης επηρρέασε τις εξελίξεις και συνέβαλλε στην διάλυση του ελάχιστου συνεκτικού ιστού που είχε απομείνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι την ώρα που ξέσπασε η κρίση.

Και παρά το γεγονός ότι, στα 71 του χρόνια, οδηγείται σταδιακά στην πολιτική συνταξιοδότηση, η «σχολή σκέψης» που δημιούργησε θα κυβερνά τη Γερμανία και θα επηρρεάζει τα ευρωπαϊκά πράγματα για αρκετά χρόνια ακόμα.

Μπορεί ο Σόϊμπλε να συμβολοποιεί την προσπάθεια της Γερμανίας να οικοδομήσει ένα οικονομικό και γεωπολιτικό imperium μέσα από την κρίση του ευρώ και να αξιοποιήσει, γι αυτό το λόγο, τις επί μέρους κρίσεις χρέους οικονομιών όπως η ελληνική, ωστόσο δεν θα μπορούσε να τα καταφέρει εάν δεν ταυτιζόταν με ένα γενικότερο σύστημα εξουσίας που ξεκινά από τις Βρυξέλλες και φθάνει στη Φραγκφούρτη (ΕΚΤ).

Ο Λύκος μπορεί να είναι ένας βαθιά εσωστρεφής και αμοραλιστής πολιτικός, ωστόσο οι λύκοι συνηθίζουν να ζουν σε αγέλες.

Γι΄ αυτό ακόμα και ο Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε δεν θα μπορούσε να εκτελέσει το οικονομικό έγκλημα το οποίο ζήσαμε στην Ελλάδα και παρακολουθήσαμε να συμβαίνει σε αρκετές ακόμα χώρες της Ευρωζώνης εάν δεν είχε μαζί του τους «κατάλληλους ανθρώπους».

Εάν δεν είχε την επικοινωνιακά άριστη διεθνή παρουσία της Άνγκελα Μέρκελ, τον καταχθόνιο ρόλο του Γκεργκ Άσμουσεν και τη συνδρομή μιας πλειάδας οικονομολόγων, συμβούλων και, φυσικά, παραγόντων των γερμανικών μίντια που συνέβαλλαν σε μία άνευ προηγουμένου επιχείρηση προπαγάνδας.

Μιας προπαγάνδας θύμα της οποίας υπήρξαν επανειλημμένα η Ελλάδα και οι Έλληνες.

Άλλωστε το προσδιορίζει το όνομα του: Wolf (Λύκος στα γερμανικά) –Gang (σπείρα ή συμμορία στα αγγλικά).

ΓΕΡΓΚ ΑΣΜΟΥΣΕΝ : ‘Ενα αστέρι γεννιέται…

Στο Βερολίνο τον περιγράφουν ως το νέο «αστέρι» της γερμανικής και ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Η τύχη του να βρεθεί σε πολύ υψηλά αξιώματα είναι προδιαγεγραμμένη και, ίσως, όταν διαβάζετε αυτές τις γραμμές οι αποφάσεις να έχουν ήδη ληφθεί.

Γερμανοί οικονομολόγοι και αναλυτές μου έλεγαν, μάλιστα, τους προηγούμενους μήνες, ότι το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θεωρείται και προωθείται από συγκεκριμένους κύκλους ως ο άνθρωπος που θα μπορούσε να κυριαρχήσει πολιτικά στο Βερολίνο στην μετά-Μέρκελ εποχή.

O Άσμουσεν γεννήθηκε το 1966 (31/10) στο Flensburg και αποτελεί «δημιούργημα» της πιο σκληρής μερίδας της γερμανικής γραφειοκρατίας. Προέρχεται από το «φυτώριο» της ομοσπονδιακής πολιτικής ελίτ και διαθέτει, όπως λέγεται, το «χρίσμα» των γερμανών βιομηχάνων και τραπεζιτών.

Δεν είναι τυχαίο. Εκπροσωπεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τη Γερμανία, αλλά, επί της ουσίας, την πολιτική της Μέρκελ και του Σόϊμπλε. Όμως δεν είναι Χριστιανοδημοκράτης. Ανήκει στο Σοσιαλδημοκρατικό SPD. Βρέθηκε στο υπουργείο Οικονομικών το 1996, σε ηλικία μόλις 30 ετών, υπό τον τότε υπουργό Τέο Βάϊγκελ (Theo Waigel), ως σύμβουλος για τις διεθνείς οικονομικές και νομισματικές πολιτικές.

Όταν το 1998, ο «ανατρεπτικός» Όσκαρ Λαφονταίν ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών ο Άσμουσεν διορίστηκε βοηθός του γραμματέα του υπουργείου Heiner Flassbeck.

Πέρασαν πέντε χρόνια για να αναγνωρισθεί το ταλέντο του αλλά η επιμονή και υπομονή του επιβραβεύτηκαν όταν ο υπουργός Οικονομικών Χανς Άϊχελ (Hans Eichel) τον τοποθέτησε το 2003 προϊστάμενο του τμήματος για τις εθνικές και διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές και τη νομισματική πολιτική.

Από αυτή την κρίσιμη θέση ο Άσμουσεν κατόρθωσε να γίνει σε σύντομο χρονικό διάστημα ο καλύτερος «φίλος» των γερμανών τραπεζιτών, των αφεντικών, δηλαδή, της Deutsche Bank, της Hypo, της Commerzbank και, γενικότερα, της «αφρόκρεμας» του γερμανικού επιχειρείν.

Κατά τη διάρκεια της συγκυβέρνησης του CDU με το SPD (Μέρκελ- Σρέντερ), από το 2005 μέχρι το 2009, του γνωστού «μεγάλου συνασπισμού» (Grosse coalition) υποστήριξε την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Προσέξτε: Ο Άσμουσεν φέρεται να είχε ιδρύσει την εταιρεία True Sale International GmbH. Ήταν, επίσης, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της γερμανικής βιομηχανικής τράπεζας IKB και του κρατικού Ινστιτούτου Δανειοδότησης για την Ανασυγκρότηση. Από τις θέσεις αυτές και με την επιρροή που είχε δημιουργήσει, ο Άσμουσεν υπήρξε υπέρμαχος της αγοράς αμερικανικών ενυπόθηκων δανείων και την επέκταση των συναλλαγών με τα διαβόητα Asset Backed Securities (ΑΒS).

Ο «κρυφός έρωτας» του Άσμουσεν με τα χρεόγραφα με ενυπόθηκες εγγυήσεις (asset backed securities) ίσως δικαιολογούνταν πριν το 2007, όταν ακόμα και ο τελευταίος χρηματιστής ή τραπεζίτης στις Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούσε ότι θα κέρδιζε δισεκατομμύρια εφ’ όρους ζωής.

Όταν, όμως, η «φούσκα» με τα στεγαστικά δάνεια subrime έσκασε στις Ηνωμένες Πολιτείες, αποκαλύπτοντας πόσο επικίνδυνη ήταν η λεγόμενη τιτλοποίηση ολοένα και μεγαλυτέρων ποσών, η εντύπωση που δημιουργήθηκε ήταν ότι το διεθνές σύστημα των αγορών έβαλε μυαλό.

Μάταια, όμως. Όπως αποκάλυψε σε ανάλυσή του το έγκυρο οικονομικό site Euro2day.gr, έξι χρόνια μετά την κατάρρευση του αμερικανικού συστήματος ενυπόθηκων δανείων και το τσουνάμι της παγκόσμιας κρίσης, οι ρυθμιστές της Ευρωζώνης, που τόσο κόπτονται για τους…’Ελληνες συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους, άρχισαν πάλι τα παιχνίδια με τα διαβόητα asset backed securities.

Μεσολάβησε, δηλαδή, μια παγκόσμια κρίση, η κατάρρευση μεγάλων τραπεζών στις ΗΠΑ, το Λονδίνο, το Βέλγιο, την Ισπανία και αλλού, η ευρωζώνη βυθίστηκε στην ύφεση και η παγκόσμια οικονομία κλυδωνίζεται και, παρόλα αυτά, η παρέα του Άσμουσεν φέρνει εκ νέου την τιτλοποίηση των ενυπόθηκων δανείων στο τραπέζι.

Μάλιστα, το έγκυρο Euro2day.gr, γράφει τα εξής, εξηγώντας, εμμέσως και το σχέδιο της «σχολή σκέψης» στην οποία ανήκει το νέο «αστέρι» της γερμανικής και ευρωπαϊκής σκηνής:

« Παραδοσιακά ήταν οι τράπεζες και όχι οι αγορές κεφαλαίου, που παρείχαν πιστώσεις στις επιχειρήσεις και το εμπόριο της ηπειρωτικής Ευρώπης. Και συχνά αυτές ήταν στενά ενσωματωμένες στην τοπική κοινωνία και την πολιτική. Ως εκ τούτου, η περιφέρεια κατέληξε να είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη όταν οι τράπεζες απουσίαζαν από την δράση κατά την διάρκεια της κρίσης και μείωναν κάθετα τον δανεισμό σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Οι επιπτώσεις πολλαπλασιάστηκαν στις οικονομίες της «περιφέρειας» της ευρωζώνης εξαιτίας της κερματισμένης νομισματικής ένωσης της Ευρώπης, που αφαιρούσε επιπλέον πιστώσεις από χώρες όπως η Ισπανία ή η Ιταλία. Μέχρι τα τέλη του περασμένου έτους, τα τραπεζικά δάνεια σε ισπανικές επιχειρήσεις είχαν μειωθεί κατά 240 δισ. ευρώ ή κατά το ένα τέταρτο, σε σχέση με το ξεκίνημα του 2009, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ.

Το κενό που δημιούργησαν οι αποδυναμωμένες τράπεζες που δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να δανείσουν,έχουν ήδη συμπληρώσει οι ευρωπαϊκές αγορές εταιρικών ομολόγων, που όμως παραμένουν υπο-ανεπτυγμένες με βάση τα αμερικανικά στάνταρ. Οι ομολογιακές εκδόσεις σε κυκλοφορία από επιχειρήσεις πλην τραπεζών αναπτύχθηκαν 14% τον Δεκέμβριο (στο 12μηνο) σε μια κατάσταση που αρχίζει να παίρνει χαρακτηριστικά «μανίας.»

Το σκηνικό δείχνει ώριμο ώστε να πραγματοποιηθεί μια αποφασιστική μεταστροφή προς ένα ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα που θα απομακρύνεται από τις τράπεζες και θα πλησιάζει την αγορά.Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Οι εταιρίες που αντλούν κεφάλαια από τις αγορές προέρχονται κατά κύριο λόγο από τον «πυρήνα» των κρατών του ευρωπαϊκού Βορρά.

Για την ακρίβεια, η ζωή έχει γίνει παράδεισος για τις γερμανικές επιχειρήσεις. Οι τράπεζες σκίζονται να προσφέρουν φθηνά δάνεια και τα yields στα εταιρικά γερμανικά ομόλογα έχουν βουλιάξει. Αλλά στην «περιφέρεια» όχι μόνο τα επιτόκια είναι πολύ υψηλότερα, αλλά στην ουσία μόνο οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις όπως η Telecom Italia και η Telefonica έχουν την δυνατότητα να αξιοποιήσουν τις αγορές.

Εξ ου και το επίσημο ενδιαφέρον για τα τιτλοποιημένα προϊόντα, ως μέθοδο αποκατάστασης της ροής πιστώσεων στις «μαύρες τρύπες» της οικονομίας, με την πακετοποίηση δανείων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της περιφέρειας και την πώλησή τους σε διεθνείς επενδυτές.

Πριν την κρίση, η Ευρώπη είχε μια πολύ μικρή αγορά τιτλοποίησης ενυπόθηκων πιστώσεων (ABS) με εγγύηση δανείων προς μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις. Το 2006 για παράδειγμα, είχαν γίνει 34 τέτοιες εκδόσεις συνολικής αξίας 46 δισ. ευρώ, όπου η Ισπανία είχε κάνει τις 15, σύμφωνα με στοιχεία του οίκου Fitch.

Η αγορά ABS υπέστη στην συνέχεια την ρυθμιστική απαξίωση, αλλά οι διαθέσεις αλλάζουν τώρα. Στις αρχές του χρόνου, οι διεθνείς ρυθμιστικές αρχές «σφράγισαν» την έγκρισή τους για τα χρεόγραφα υψηλότερου προφίλ στεγαστικής πίστης, περιλαμβάνοντας ορισμένα εξ αυτών σε όσα που μπορούν να θεωρηθούν «ασφαλή» για τις τράπεζες όταν οι τελευταίες δημιουργούν τα αποθέματα ασφαλείας σε ρευστότητα.

Τώρα, είναι η σειρά των ABS με εγγύηση εταιρικών δανείων. Ο Peter Praet της ΕΚΤ- μεγαλοστέλεχος της οποίας είναι και ο οπαδός της τιτλοποίησης Άσμουσεν- δήλωσε πρόσφατα ότι η αναγέννηση της ευρωπαϊκής αγοράς ABS είναι «ουσιώδους σημασίας για την χρηματοδότηση του επιχειρηματικού τομέα» και υπερθεμάτισε πάνω στον ρόλο που μπορεί να παίξει για την βοήθεια των μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων.

Τα ABS με εγγύηση εταιρικών δανείων έχουν καλό ιστορικό αξιόχρεου και η ΕΚΤ έχει εισάγει κίνητρα για την βελτίωση της διαφάνειας στην αγορά τους. «Δεν θα υπάρχει πρόβλημα να πωληθούν στην αγορά.Αν το spread είναι καλό, το προϊόν θα απογειωθεί γιατί οι επενδυτές αναζητούν απεγνωσμένα εναλλακτικές λύσεις στον βρετανικό και ολλανδικό στεγαστικό κίνδυνο», σχολίασε ο Gareth Davies της JPMorgan.

Τι σταματά, λοιπόν, την αναγέννηση της αγοράς; Ο κ. Praet υπονόησε ότι το ρυθμιστικό πλαίσιο το «έχει παρατραβήξει». Υπάρχουν επίσης προβλήματα στην καθιέρωση του είδους. Όπως σε κάθε αγορά, θα υπάρχουν ανησυχίες για την ρευστότητά της εν λόγω αγοράς μέχρι να γίνει αρκετά μεγάλη. Ακόμη πιο κρίσιμος θα είναι ο ρόλος που θα παίξει η ίδια η ΕΚΤ. Σε αντίθεση με την εντύπωση που δημιούργησε ο κ. Praet, τα ABS μικρο-μεσαίων δανείων δεν εξαφανίστηκαν εντελώς κατά την διάρκεια της κρίσης, απλώς συρρικνώθηκαν.

Στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να τονώσει το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, η ΕΚΤ αποδεχόταν αυτά τα ABS ως εγγυήσεις στους μηχανισμούς παροχής ρευστότητας. Οπότε αντί να αναδιανεμηθούν, οι μικρές ποσότητες των ABS μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων που εκδόθηκαν κατά την διάρκεια της κρίσης, κρατούνταν στις τράπεζες ώστε αυτές να εξασφαλίσουν τον κρίσιμο δανεισμό από την ΕΚΤ.

Σε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα που παραμένει ευάλωτο, η ΕΚΤ – ήτοι και ο εκπρόσωπος της Γερμανίας Γκέργκ Άσμουσεν- έχει, ουσιαστικώς, αναλάβει τον ρόλο όχι μόνο των τραπεζών στην παροχή ρευστότητας προς μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και τον ρόλο των αγορών. Μετά την κρίση, η Ευρώπη αναπόφευκτα θα έχει μεγαλύτερο προσανατολισμό προς τις αγορές κεφαλαίου, αλλά θα περάσει καιρός για να ολοκληρωθεί η μεταστροφή».

Η παραπάνω ανάλυση είναι χρήσιμη για μια σειρά λόγους: Πρώτον, αποκαλύπτει τον κυνισμό πολιτικών με τεχνοκρατικό προφίλ, όπως ο Γκέργκ Άσμουσεν, οι οποίοι δεν ορρωδούν προ ουδενός. Εάν η τιτλοποίηση ενυπόθηκων δανείων μπορεί να φέρει χρήμα στις τράπεζες, τι σημασία έχει εάν προ λίγων ετών βύθισε την παγκόσμια οικονομία; Δεύτερον, επιβεβαιώνει όσους λένε πως η κρίση είναι ένα «εργαλείο» για την παρέα του Βερολίνου και της Φραγκφούρτης. Ουδείς κόπτεται, επί της ουσίας, για την βιωσιμότητα του χρέους στην Αθήνα. Το ζητούμενο είναι ο έλεγχος των ευρωπαϊκών οικονομιών και η επιβολή συγκεκριμένου δημοσιονομικού και χρηματοπιστωτικού μοντέλου. Και, τρίτον, συνδυάστε την τάση προς τα ενυπόθηκα με όσα συζητώνται εδώ και καιρό περί της άρσης του καθεστώτος προστασίας δανειοληπτών από πλειστηριασμούς και κατασχέσεις. Ο νοών νοείτο…

Πάντως, για να επιστρέψουμε στον Άσμουσεν, η ενασχόληση του γερμανού πολιτικού, εκείνη την εποχή (πριν το 2007), με το επικίνδυνο σπορ των subrime οδήγησαν την IKB –μέλος του δ.σ της οποίας ήταν ο πολιτικός- σε βαθιά κρίση. Αν και όχι και τόσο επιτυχημένος ως προς τις επιλογές του ο Άσμουσεν επιβραβεύτηκε: την 1η Ιουλίου του 2008 διορίστηκε υφυπουργός Δημοσίων Υπαλλήλων, ενώ συνδέθηκε ακόμα περισσότερο με τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, με τον οποίο διατηρούσε εξαιρετικές σχέσεις.

Ο Λύκος ανέθεσε στον Άσμουσεν τον «φάκελο Ελλάδα», τον συντονισμό, δηλαδή, των πολιτικών για τη χώρα μας. Τον Σεπτέμβριο του 2011, ο Σόϊμπλε ζήτησε από τον πολιτικό να αντικαταστήσει τον γνωστό οικονομολόγο Γιούργκεν Σταρκ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Από την 1η Ιανουαρίου 2012 ο Γκεργκ Άσμουσεν είναι επισήμως μέλος του δ.σ της ΕΚΤ με 8ετή θητεία και με ένα μισθό αρκετών εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.

Όλα αυτά, φυσικά, μέχρις ότου κληθεί να παίξει το ρόλο που του αναλογεί στο γερμανικό πολιτικό σύστημα. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν τον Άσμουσεν να περνά, κάποια μέρα, ακόμα και το κατώφλι του γραφείου του Καγκελαρίου και να εγκαθίσταται εκεί.

O Άσμουσεν, επίσης, ως εκφραστής της πολιτικής του Βερολίνου θεωρεί αρνητική κάθε συζήτηση για κούρεμα του ελληνικού χρέους και εκτιμά ότι “οι επαναλαμβανόμενες συζητήσεις για μια μείωση του χρέους δεν βοηθούν“.

Όπως τόνισε, μάλιστα, λίγο πριν τις γερμανικές εκλογές σε συνέντευξή του στο «ΒΗΜΑ της Κυριακής» η ανακοίνωση του Eurogrpoup της 27ης Νοεμβρίου 2012 απαντά τόσο στο θέμα της μείωσης χρέους, όσο και στα περι τρίτου πακέτου βοήθειας.

Ο Άσμουσεν θεωρεί σημαντικό το ζήτημα του δημοσιονομικού κενού για τα έτη 2015-2016. «Πρέπει να δούμε πόσο μεγάλο θα είναι και να συζητήσουμε πως θα καλυφθεί στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Χρειαζόμαστε ένα αξιόπιστο μεσοπρόθεσμο ώστε η Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές» λέει ο Γερμανός τραπεζίτης και τονίζει: «Κατανοώ τη δύσκολη πολιτική κατάσταση και τη μικρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά, οπως προανέφερα, δεν πρέπει κάποιος να γκρεμίσει όσα έχουν επιτευχθεί με τόση “πολιτική οδύνη” ως σήμερα».

Αν μη τι άλλο, το νέο πολιτικό αστέρι της κεντρικής γερμανικής σκηνής δεν κρύβει την …ευαισθησία του για όσα περνούν τα τελευταία χρόνια οι Έλληνες. Με παρόμοιο τρόπο έχουν εκφράσει, άλλωστε, την …οδύνη τους, σχεδόν όλα τα μέλη της Συμμορίας του Λύκου. Από την Μέρκελ και τον Σόϊμπλε μέχρι τα επιφανή επιτελικά στελέχη της Καγκελαρίας και της επιχειρηματικής ελίτ στο Βερολίνο.

Josef Ackermann: Ο φίλος της Μέρκελ και επίτιμος διδάκτορας στο ΔΠΘ

Ο σχεδόν πάντοτε χαμογελαστός Herr Ackerman δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο. Θα μπορούσε να είναι κάτι σαν επίτιμος πρόεδρος του κλειστού club των θιασωτών της γερμανικής επικυριαρχίας στην Ευρωζώνη.

Προσωπικός φίλος της Άνγκελα Μέρκελ, στενός συνομιλητής του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, είναι, αναμφισβήτητα, ο μάνατζερ που ξέρει να κερδίζει από την κρίση.

Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως ενώ οι μισθοί των γερμανών εργατών ήταν «παγωμένοι» για αρκετά χρόνια, κι ενώ οι μισθοί των Πορτογάλων, των Ελλήνων ή των Ισπανών κατρακυλούσαν κάτω από το επίσημο ευρωπαϊκό όριο πτώχειας, ο Ackerman έβλεπε τις αμοιβές του από την πανίσχυρη Deutsche Bank να εκτοξεύονται στα ύψη.

Το 2011, δεύτερο χρόνο του μνημονίου στην Ελλάδα, ο επικεφαλής της γερμανικής τράπεζας αμείφθηκε με 6,3 εκ. ευρώ!

Σύμφωνα και με τον ετήσιο ισολογισμό της από τα λεφτά αυτά, το 1,65 εκ. ήταν ο βασικός μισθός του και τα υπόλοιπα ήταν κάτι σαν… μπόνους παραγωγικότητας, αφού ήταν άμεσα συνδεδεμένα με την απόδοσή του. Η απόδοσή του, βεβαίως, είχε να κάνει με τις κινήσεις του να προστατεύσει την τράπεζά του και την γερμανική οικονομία από την έκθεση στα ελληνικά ομόλογα και, κυρίως, να κερδίσει «παίζοντας» με τα επιτόκια δανεισμού που λειτουργούσαν υπέρ της Γερμανίας όσο τα κεφάλαια έφευγαν από τις καταρρέουσες οικονομίες του ευρωπαίκού νότου.

Συνολικά τα επτά μέλη του διευθυντηρίου της Deutsche Bank έλαβαν 26,4 εκατομμύρια ευρώ το 2011, εκ των οποίων μόνο 8,55 εκατομμύρια ήταν οι μισθοί τους.
Ο Άκερμαν, ο οποίος ήταν συχνά στο παρελθόν ο καλύτερα πληρωμένος Γερμανός επικεφαλής επιχείρησης και αποτελούσε για πολλούς ένα σύμβολο του θριαμβεύοντος καπιταλισμού έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο «παιχνίδι» της ελληνικής χρεοκοπίας και της εφαρμογής της σκληρής υφεσιακής πολιτικής στην Ευρωζώνη.

Συνομιλώντας με γερμανούς δημοσιογράφους ένοιωσα πως ο Ackerman είναι ένα εξαιρετικά ισχυρό αν και αμφιλεγόμενο πρόσωπο στη πολιτικοεπιχειρηματική σκηνή του Βερολίνου. Κάποιος μου τον αποκάλεσε «dunkel» (σκοτεινό) και όσο προχωρούσε η έρευνά μου γι΄ αυτόν άρχισα να καταλαβαίνω τι εννοούσε.

Διαβάστε μερικές μόνο από τις θέσεις-κλειδιά που κατείχε και κατέχει ο τραπεζίτης του γερμανικού κατεστημένου και θα καταλάβετε:

▪ Επικεφαλής της Deutsche Bank, της τράπεζας που ανέλαβε το ρόλο του συμβούλου του γερμανικού κράτους για τη διαχείριση του γερμανικού δανείου προς την Ελλάδα και του ευρωπαϊκού πακέτου «στήριξης» και τη διαχείριση της χρηματιστηριακής κρίσης (της ελληνικής και της ευρωπαϊκής). Της τράπεζας που, όπως διαβάσατε σε προηγούμενο κεφάλαιο, έπαιξε μείζονα ρόλο στη διαχείριση ελληνικών ομολόγων και με τις μελέτες της για το φυσικό αέριο νοτίως της Κρήτης πρωταγωνιστεί στην επιχείρηση σύνδεσης του ελληνικού ορυκτού πλούτου με την απομείωση του ελληνικού χρέους.

Μετά από δέκα χρόνια στην Deutsche Bank ο Ackerman μεταπήδησε στη διοίκηση της Zurich Insurance Group, μιας εκ των μεγαλυτέρων ασφαλιστικών εταιρειών στο κόσμο.

▪ Διευθυντής του Δ.Σ. στο Institute of International Finance (IIF), που ιδρύθηκε το 1983 και εδρεύει στην Ουάσιγκτον και στο οποίο ανήκουν όλες σχεδόν οι μεγάλες εμπορικές και επενδυτικές τράπεζες του πλανήτη.

▪ Υψηλόβαθμο στέλεχος της Siemens από το 2003 (δεύτερος αναπληρωτής πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της Siemens). Είναι ένα από τα δύο υψηλόβαθμα στελέχη της Siemens που παρέμειναν αμετακίνητα στη θέση τους από το 2003 μέχρι σήμερα.

Η Siemens, όπως διαπιστώνεται, είναι…πανταχού παρούσα. Ο Herr Ackerman είναι, εκ της θέσεώς του, από τους ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά την ομάδα της εταιρείας στην Αθήνα που πρωταγωνίστησε στις «ειδικές πληρωμές» δια των «μαύρων ταμείων» προς Έλληνες πολιτικούς και κρατικούς αξιωματούχους.

Ήτοι, της ομάδας Χριστοφοράκου…

▪ Υψηλόβαθμο στέλεχος στη Vodafone, (μέλος στο εποπτικό συμβούλιο της).

▪ Μη-εκτελεστικός διευθυντής στην πετρελαϊκή εταιρεία Royal Dutch Shell (συμφερόντων Ρότσιλντ).

▪ Αντιπρόεδρος στην ασφαλιστική εταιρεία Zurich Financial Services, η οποία, μεταξύ άλλων, παρέχει ασφαλιστικά προϊόντα για την προστασία από το πιστωτικό και το πολιτικό ρίσκο.

Ο Ackerman παραιτήθηκε πρόσφατα από την προεδρία της Zurich Insurance Group εν μέσω θυελλωδών φημών για την ανάμειξή του στην αυτοκτονία του οικονομικού διευθυντή της εταιρείας Πιερ Βοτιέ. Προσώρας, τίποτε δεν έχει επιβεβαιωθεί, όμως πολλά πράγματα θεωρούνται παράξενα.

Όπως ανέφερε στην ανακοίνωσή του ο Άκερμαν (που μεταπήδησε στην Zurich Insurance πέρυσι αφού ηγήθηκε της Deutsche Bank για δέκα χρόνια) «θεωρώ ότι η οικογένεια του εκλιπόντος πιστεύει ότι πρέπει να αναλάβω τις ευθύνες που μου αναλογούν, όσο αβάσιμοι κι αν είναι οι όποιοι ισχυρισμοί…» Ο ίδιος πρόσθεσε ότι παραιτείται για να μην πληγεί το προφίλ της Zurich Insurance. Σε κάθε περίπτωση, οι εξελίξεις αυτές τάραξαν τα νερά του επιχειρηματικού κόσμου της Ελβετίας που δεν είχε συνέλθει ακόμα από την αυτοκτονία του διευθύνοντος συμβούλου της Swisscom Κάρστεν Σλότερ ένα μήνα πριν, ενώ επανέφεραν στο προσκήνιο τα οικονομικά προβλήματα του ασφαλιστικού κολοσσού του οποίου η κερδοφορία υποχωρεί τα δυο τελευταία τρίμηνα.

Λίγες ημέρες αργότερα και υπό το βάρος αρνητικών για το πρόσωπό του δημοσιευμάτων ο Ackerman παραιτήθηκε και από το εποπτικό συμβούλιο της Siemens. Οι γνωρίζοντες, όμως, λένε πως εξακολουθεί να είναι εκ των βασικών συνομιλητών της Μέρκελ και του Σόϊμπλε και η γνώμη του να διαθέτει βαρύνουσα αξία.

Αυτός ο κρίσιμος κρίκος της γερμανικής αλυσίδας υπήρξε για πολλά χρόνια συνομιλητής μερίδας της ελληνικής πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ. Κάποιοι θα πουν πως πρόκειται για έναν ικανό και επιτυχημένο τραπεζίτη. Και θα έχουν δίκιο. Είναι, όμως, μόνο αυτό;

Ένα είναι βέβαιο. Στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετοί που εκτιμούν την συνεισφορά του Ackerman στη διάσωση της οικονομίας μας.

Γι αυτό, προφανώς, το τμήμα Διεθνών Οικονομικών και Ανάπτυξης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης είχε φροντίσει, πριν την κρίση, τον Σεπτέμβριο του 2009 (παραμονές των εκλογών του Οκτωβρίου και της νίκης Παπανδρέου που οδήγησε λίγους μήνες αργότερα στο πρώτο μνημόνιο), του απένειμε τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα…

Ποιός είναι

Ο Josef Ackerman γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1948 στο Walenstadt. Είναι γιος γιατρού με καταγωγή από το Mels στο καντόνι St. Gallen, όπου και μεγάλωσε με τα αδέλφια του.

Μετά το σχολείο σπούδασε στο Πανεπιστήμιο οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες και αποφοίτησε με ειδικότητα στα τραπεζικά. Στη διδακτορική του διατριβή εκπροσώπησε τη νεοκλασική θεωρία ότι το χρήμα στην πραγματική οικονομία δεν είναι ουδέτερο, αλλά αντιθέτως έχει επιρροή στην πραγματική οικονομία. Έως το 1989 δίδασκε στο πανεπιστήμιο χρηματοοικονομικά.

Μετά τη διατριβή του το 1977 υπήρξε διοικητικό στέλεχος στην Credit Suisse και εργάστηκε στη Νέα Υόρκη, στη Λοζάνη και στο Λονδίνο. Από το 1990 υπήρξε μέλος του προεδρείου της τράπεζας και το 1993 εξελέγη πρόεδρος. Με αυτό το πόστο ήταν και το νούμερο δύο της CS Holding, ενώ το 1993 ολοκληρώθηκε υπό τη προεδρεία του και η συγχώνευση της Λαϊκής Ελβετικής Τράπεζας με την Credit Suisse. Τον Ιούλιο του 1996 εγκατέλειψε τη τράπεζα λόγω διαφωνιών.

Λίγο αργότερα (την ίδια χρονιά) γίνεται μέλος του προεδρείου της Deutsche Bank, πρώτα στον τομέα των δανείων και των κινδύνων, έπειτα στον τομέα των διεθνών αγορών. Από το 1998 ήταν στον τομέα «παγκόσμιες επιχειρήσεις και θεσμικά». Πολλοί θεωρούν προσωπική του επιτυχία τη συγχώνευση της US-Investmentbank Bankers Trust. Το Σεπτέμβριο του 2000 το προεδρείο τον εξέλεξε πρόεδρο της τράπεζας.

Ως Ελβετός ο Άκερμαν είναι ο πρώτος ξένος διευθυντής της Deutsche Bank.Κι αυτό διότι, όπως λέγεται, υπήρξε «πιο γερμανός από τους γερμανούς».

Τον Ιανουάριο του 2004, Josef Ackermann βρέθηκε ενώπιον του περιφερειακού δικαστηρίου Ντίσελντορφ. Το κατηγορητήριο εναντίον του και για άλλα πέντε στελέχη εταιρειών, συμπεριλαμβανομένου του πρώην διευθύνοντος σύμβουλου της Mannesmann AG, Klaus Esser και του πρώην προέδρου της IG Metall Klaus Zwickel αφορούσε το ποινικόα δίκημα της απιστίας. Οι κατηγορούμενοι ήταν ύποπτοι ότι είχαν ζημιώσει τον Όμιλο Rheinmetall σε σχέση με την εξαγορά του από τη Vodafone το Φεβρουάριο του 2000 λόγω της υπερβολικής πληρωμής ασφαλίστρων προς την Esser και άλλα διευθυντικά στελέχη κατά περίπου 110 εκατομμύρια δολάρια (€ 58.000.000).

Ο Ackermann κατά την έναρξη της διαδικασίας, 21 Ιανουάριου του 2004 έκανε την εξής δήλωση:

“Αυτή είναι η μόνη χώρα όπου εκείνοι που πετυχαίνουν και δημιουργούν αξίες, γ’ αυτόν τον λόγο σέρνονται στο δικαστήριο», Στη μνήμη του κοινού έμεινε επίσης το “V” , το σήμα της νίκης που σχημάτισε με τα δάκτυλά του πριν την έναρξη της δίκης.

Το Περιφερειακό Δικαστήριο του Ντίσελντορφ έκλεισε την υπόθεση κατά του Josef Ackermann και των πέντε συγκατηγορουμένων στις 22 Ιουλίου του 2004 αθωώνοντας τους , ενώ η εισαγγελία άσκησε έλεγχο.

Στις 21 Δεκεμβρίου του 2005 η υπόθεση παρεπέμφθη σε άλλο Ποινικό Δικαστήριο.

Η δεύτερη δίκη ενώπιον του Περιφερειακού Δικαστηρίου του Ντίσελντορφ τον Νοέμβριο του 2006 έκλεισε με τερματισμό της διαδικασίας. Ο Ackermann εκλήθη να πληρώσει πρόστιμο € 3.200.000.

Στα γερμανικά μέσα ενημέρωσης η εικόνα του Ackerman είναι αντιφατική. Κάποιοι τον θεωρούν ικανό μάνατζερ, άλλοι ένα «golden boy» δίχως την παραμικρή επίγνωση της κοινωνικής πραγματικότητας. Κάποτε, ακόμα και ο πρώην Γερμανός Καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ είχε αντιδράσει δημοσίως, όταν άκουσε τον Ackerman, ως επικεφαλής τότε της Deutshe Bank, να ανακοινώνει τα κέρδη της τράπεζας και την «επιτυχία» της απόλυσης περίπου 6.000 υπαλλήλων!

Δριμύτατα επικρίθηκε και για τον τρόπο με τον οποίο επιχείρησε να εκμαιεύσει βοήθεια από το κράτος όταν, μετά την άνοιξη του 2008 και την κατάρρευση της Bear Sterns, είχε δηλώσει πως απαιτείται «συντονισμένη δράση από τις κυβερνήσεις, τις κεντρικές τράπεζες και τους συμμετέχοντες στην αγορά.

Λέγεται ότι όταν είδε τη δημόσια εικόνα του να πλήττεται, εν μέσω κρίσης, ο Ackerman ξόδεψε αρκετά χρήματα σε επικοινωνιολόγους και λόμπι επιρροής στα media, προκειμένου να εξασφαλίσει θετικές αναφορές.

Εκείνη την εποχή το γερμανικό περιοδικό Tagesspiegel έγραψε, για παράδειγμα (Φεβρουάριος 2008), ότι ο Ackermann είχε “εξελιχθεί από τους πιο μισητούς διευθυντές στη Γερμανία σε ηγέτη της σκέψης και της ελπίδας».

Τον Οκτώβριο του 2008, σε μία κίνηση καθαρά επικοινωνιακή, ο Ackermann ανακοίνωσε στην εφημερίδα BILD ότι παραιτείται από τα κέρδη που σχετίζονται με πληρωμές μπόνους και το αποκάλεσε, μεταξύ άλλων, ως «προσωπική ένδειξη αλληλεγγύης».

Ο Ackermann επαινέθηκε από τη BILD και το SPIEGEL, γι αυτή του την κίνηση και, έκτοτε, η εικόνα του βελτιώθηκε σημαντικά.

Το 2009 του απονεμήθηκε από τον οικονομικό τύπο ο τίτλος European Banker of the Year.

Μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές δηλώσεις που έχει κάνει ο Ackerman για την ελληνική κρίση είναι οι εξής:

SPIEGEL ONLINE, 29.10.2012

Ο Άκερμαν απαιτεί ελληνικό κούρεμα χρέους.

«Μία έξοδος της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα θα μας κόστιζε μερικά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Μαζί με αυτό και ο κίνδυνος να ακολουθήσουν και άλλες χώρες»

HANDELSZEITUNG, 23.11.2012

Άκερμαν: Η Ελλάδα χρειάζεται πάλι κούρεμα χρέους.

«Κάποτε θα πρέπει να έρθει το κούρεμα χρέους. Εάν τώρα ή αργότερα είναι πολιτικό ερώτημα. Η μείωση τους χρέους δεν γίνεται χωρίς ανάπτυξη.»

HANDELSBLATT, 24.07.2013

Άκερμαν: Πρέπει να κρατήσουμε την Ελλάδα στο Ευρώ

«Θα ήταν ένα δραματικό γεγονός. Πρέπει να κρατήσουμε την Ελλάδα στο ευρώ. Πολύ επικίνδυνες είναι οι επιπτώσεις στις άλλες χώρες που θα ακολουθήσουν. Πρέπει να καταστήσουμε την Ελλάδα ελκυστική για επενδύσεις.»

XANΣ ΒΕΡΝΕΡ ΖΙΝ- Ο οπαδός της ελεγχόμενης Grexit

Ο οικονομολόγος Χάνς Βέρνερ Ζιν (Hans Werner Sinn) είναι, ίσως, ο εκπρόσωπος της γερμανικής ελίτ που έπαιξε τον πιο υπονομευτικό ρόλο για την ελληνική υπόθεση και διατύπωσε τα πιο προκλητικά σχόλια για τους Έλληνες.

Λίγες μόνο μέρες πριν τις γερμανικές εκλογές παρομοίαζε την Ελλάδα με τη Μογγολία. « Και οι δύο χώρες είναι αναδυόμενες οικονομίες, οι οποίες, σύμφωνα με τους κανόνες του ΟΟΣΑ, δεν ανήκουν στις αναπτυγμένες του πλανήτη. Και στις δύο επικρατεί χάος», έλεγε, προκλητικά, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ifo του Μονάχου και εκ των συμβούλων του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε.

«Το επίπεδο διαβίωσης είναι αξιοπρόσεκτο, αλλά παραμορφωμένο. Δεν λείπουν τα σύγχρονα αυτοκίνητα, τα iPads, οι επίπεδες τηλεοράσεις (flat screens) και τα καταστήματα Louis Vuitton, ωστόσο λείπουν δρόμοι και άλλα στοιχεία δημόσιων υποδομών», ανέφερε ο Ζιν, αδιαφορώντας εάν μιλά για μία χώρα του σκληρού πυρήνα της Ευρωζώνης, το 15ο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μία προνομιακή αγορά για τα γερμανικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων και εκείνα της διεφθαρμένης αμυντικής βιομηχανίας.

Ο Ζιν συνέδεσε τις κατά καιρούς αναλύσεις του με ένα βασικό αίτημα: τον εξοβελισμό της ελληνικής οικονομίας από τη ζώνη του ευρώ. Άποψη που επικράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε πολιτικούς και τραπεζικούς κύκλους στο Βερολίνο και τη Φραγκφούρτη.

Χρησιμοποιώντας την ιδιότητα του καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου και του επικεφαλής του χρηματοδοτούμενου από το κράτος Ινστιτούτου Ifo, o Ζιν έγραφε, προ καιρού, σε άρθρο του στους Financial Times ότι «είναι προφανές πως η ζώνη του ευρώ έχει “κολλήσει” σε μια κρίση που κύριο χαρακτηριστικό της είναι η εκτός πάσης πρόβλεψης και ελέγχου – πλέον – καλπάζουσα ανεργία, ιδίως στη Νότια Ευρώπη.


Είναι επίσης προφανές πως η προσπάθεια τιθάσευσης των δημοσίων ελλειμμάτων και η εμμονή σε μια πολιτική αποπληθωρισμού δεν προσφέρει καμία απολύτως λύση στο πρόβλημα, παρά μόνον οδηγεί σε περισσότερες χρεοκοπίες των ήδη υπερχρεωμένων νοικοκυριών και επιχειρήσεων των “προβληματικών” ευρωπαϊκών οικονομιών.

Συνεπώς πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση. Μια λύση που ενδεχομένως και να περιλαμβάνει, για κάποιες χώρες όπως η Ελλάδα, ακόμα και την αποχώρηση από το ευρώ».

Συνάδελφοί του με τους οποίους συνομίλησα στη Γερμανία μου έλεγαν χαριτολογώντας πως «ο Ζιν διαπιστώνει σωστά το πρόβλημα και ενώ περιμένει κανείς απ΄ αυτόν μία σοφή πρόταση που στηρίζεται στην ανάλυση ενός αξιόπιστου Ινστιτούτου ακούει μία πρόταση που θα μπορούσε να διατυπώσει και ένας πρωτοετής των Οικονομικών ή ένας επαρχιώτης βουλευτής των Φιλελευθέρων από τη Βαυαρία».

Η κριτική είναι σωστή. Ο Ζιν επισημαίνει –άθελά του;- ότι οι μνημονιακές πολιτικές που εφαρμόζονται στον ευρωπαϊκό νότο καταστρέφουν τις οικονομίες και διαλύουν τον κοινωνικό ιστό και αντί να εισηγηθεί αλλαγή πολιτικής με έμφαση στην ανάπτυξη προτείνει «να πετάξουμε από την Ευρωζώνη αυτούς που καταστρέψαμε». Εκπληκτικό;

Βεβαίως, οι απόψεις του Ζιν δεν υπήρξαν ποτέ ιδιαίτερα σταθερές. Σε άλλες δημόσιες παρεμβάσεις του λέει διαφορετικά πράγματα επισημαίνοντας τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης που συνεπάγεται η εκρηκτική αύξηση της ανεργίας στις χώρες του Νότου.

Παραδείγματος χάριν έχει προτείνει και την χαλάρωση των δημοσιονομικών όρων στις χώρες που εφαρμόζουν μνημονιακές πολιτικές ώστε να αντιμετωπίζονται οι «μαύρες τρύπες» των ελλειμμάτων δίχως να αυξάνεται η ανεργία.

Ειδικότερα για την Ελλάδα ο Ζιν έχει δηλώσει (FT Γερμανίας) ότι

« θα έπρεπε να έχει την επιλογή να αποχωρήσει από το ευρώ, να εξυγιάνει την οικονομία της μέσω υιοθέτησης εθνικής νομισματικής πολιτικής (εθνικό νόμισμα-υποτίμηση) και στη συνέχεια να εξεταστεί το αίτημά της να επανεισέλθει στην Ευρωζώνη. Μια ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα έπρεπε να συνοδευτεί με γενναίο «κούρεμα» του χρέους της και από μια γραπτή συμφωνία επανεισδοχής της (option to re-enter) στη νομισματική ένωση, όταν θα έχει εξυγιανθεί πλήρως”.

Το Ινστιτούτο Ifo, μάλιστα, είχε καταλήξει ότι μια έξοδος της Ελλάδας θα στοίχιζε στη Γερμανία 82 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η παραμονή 89 δισεκατομμύρια. Συνεπώς μια αποχώρηση της Ελλάδα θα ήταν φθηνότερη, υποστήριζε ο Ζιν.

Παρότι ο διάσημος οικονομολόγος είναι εκ των τακτικών συνομιλητών του Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, ο τελευταίος αναγκάστηκε να του ασκήσει κριτική για την άποψή του περί «εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη» μέσω μιας συνέντευξης που έδωσε το καλοκαίρι του 2013 στην εφημερίδα «Welt am Sonntag»

«Από ακαδημαϊκούς και επιστημονικά ινστιτούτα που επιδοτούνται από το γερμανικό φορολογούμενο απορρέει μια ιδιαίτερη ευθύνη. Οι εκτιμήσεις για την Ελλάδα δεν ανταποκρίνονται στην ευθύνη αυτή. 


Το ινστιτούτο εξισώνει κινδύνους με ελλείμματα στον προϋπολογισμό, Τα στοιχεία αυτά δεν είναι ορθά», είχε πει ο Σόϊμπλε, διαισθανόμενος, προφανώς, τον κίνδυνο να ανοίξει προεκλογικά (τότε) μια νέα συζήτηση για μία Grexit, την ώρα που η κυβέρνηση Μέρκελ επαιρόταν ότι η δημοσιονομική της πολιτική στην Ελλάδα οδηγούνταν σε ένα γερμανικό success story.

Ποιός είναι

Ο Χανς Βέρνερ Ζιν γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1948 στο Brake και μετά από σπουδές οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Μίνστερ της Βεστφαλίας και στο Πανεπιστήμιο του Mannheim, από όπου αποφοίτησε το 1978, είναι από το 1984 Καθηγητής Οικονομικών και Δημόσιων Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Ludwig-Maximilians στο Μόναχο.

Πέρασε δύο χρόνια ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Δυτικού Οντάριο στον Καναδά. Ως επισκέπτης καθηγητής, εργάστηκε στο London School of Economics και στα Πανεπιστήμια του Μπέργκεν, Stanford, Princeton και την Ιερουσαλήμ. Έδωσε διαλέξεις ως ο μόνος Γερμανός στο Yrjö Jahnsson –κάτι το οποίο, ακόμα και σήμερα, αρκετοί θεωρούν πρωτοφανές και πολιτικά ανεξήγητο- , στο Ελσίνκι και στο Tinbergen στο Άμστερνταμ.

Από το 1988 είναι επίσης επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Από το 1997 έως το 2000, ήταν πρόεδρος του Συλλόγου για την Κοινωνική Πολιτική και τη περίοδο 2006 – 2009 Πρόεδρος του Διεθνούς Ινστιτούτου Δημοσίων Οικονομικών της Παγκόσμιας Ένωσης των οικονομικών επιστημόνων. Επιπλέον είναι Fellow του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών στο Cambridge (ΗΠΑ).

Είναι από το Φεβρουάριο του 1999 Πρόεδρος του Ifo Institute for Economic Research. Υπό την ηγεσία του, το Ifo Institute μετατράπηκε τον Ιανουάριο του 2010 σε ένα ερευνητικό κέντρο.

Ο Hans-Werner Sinn 2000-2010 ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της HypoVereinsbank.

O Sinn είναι έναw από τους πρώτους καθηγητές οικονομικών που υπέγραψε μαζί με τους Walter Krämer, Stefan Hoderlein (Βοστώνη) και Manfred Deistler (Βιέννη), τον Ιούνιο του 2012, επιστολή, που αντιτίθεται σε μια “συγκέντρωση του τραπεζικού χρέους” στην ευρωζώνη.

Την επιστολή που είχε τον χαρακτήρα πολιτικής πρότασης προς τη γερμανική κυβέρνηση, την ηγεσία της Ε.Ε και την ηγεσία της ΕΚΤ υπέγραψαν μεταξύ άλλων, οι Klaus W. Zimmermann, Bernd Raffelhüschen, Peter Bernholz, ο Πρόεδρος της Τσεχίας Βάτσλαβ Κλάους, ο Πρόεδρος του Επιστημονικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών, Kai Konrad, ο Erich Streissler και πρώην ο πρωθυπουργός της Σαξονίας Georg Milbradt.

Η επιστολή δέχθηκε έντονη κριτική σε ολόκληρη την Ευρώπη και θεωρήθηκε εξαιρετικά αμφιλεγόμενη μεταξύ των οικονομολόγων αλλά, επίσης, από τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και τον υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Σε απάντηση αυτής της επιστολής, οικονομολόγοι με επικεφαλής τον Frank Heinemann δημοσίευσαν ένα άρθρο-απάντηση,το οποία συνυπέγραψαν 220 οικονομολόγοι.

Μια ομάδα από επτά οικονομολόγους, μάλιστα, υπό τον μετριοπαθή Peter Bofinger, τον Michael Huether και τον Gustav Horn δημοσίευσαν και δεύτερο άρθρο με το οποίο κατέρριπταν ως επιστημονικά ασταθείς τις απόψεις του Ζιν.

ΡΟΛΑΝΤ ΜΠΕΡΓΚΕΡ- Ο «σκιώδης» σύμβουλος

Ο Ρόλαντ Μπέργκερ δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο στην εποχή των ελληνικών μνημονίων. Θα έλεγε άνετα κανείς ότι δεν είναι ένα τυχαίο πρόσωπο, γενικότερα, με οτιδήποτε συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην Ευρωζώνη και κυρίως με ότι φέρει τη σφραγίδα των πολιτικών που αποφασίζονται στο Βερολίνο και την Φραγκφούρτη και επικυρώνονται στις Βρυξέλλες. 


Παρότι ο ίδιος ο Ρόλαντ Μπέργκερ κινείται περισσότερα στα διεθνή fora από το Νταβός έως την Κίνα και από τη Νέα Υόρκη έως τις αναδυόμενες υπερκαυκάσιες δημοκρατίες, τα στελέχη του της Roland Berger Strategy Consultants GmbH βρίσκονται συχνά στην Αθήνα αναλαμβάνοντας για λογαριασμό της τρόϊκας και του Ελληνικού Δημοσίου μελέτες για την τιτλοποίηση του χρέους ή, ακόμα, και την αξιοποίηση των «σπανίων γαιών», του ορυκτού πλούτου, δηλαδή, που βρίσκεται στο υπέδαφος διαφόρων περιοχών της Βόρειας Ελλάδας.

Όπως αποκαλύψαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο η Roland Berger έχει συνδέσει το όνομά της με το μεγαλεπήβολο σχέδιο απομείωσης του ελληνικού χρέους που καταρτίστηκε το 2011 και παραδόθηκε, τότε, στον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου και τον υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Το σχέδιο δεν εφαρμόστηκε επειδή θεωρήθηκε ότι ήταν υψηλού πολιτικού κόστους που μπορεί να αποσταθεροποιούσε ολόκληρο το μνημονιακό πρόγραμμα στη χώρα μας.

Διαβάστε, επιγραμματικά, τι περιελάμβανε εκείνο το πρόγραμμα (Eureca- από τη σύντμηση του European Recover Capital, αν και παραπέμπει στο «Εύρηκα» του Αρχιμήδη…), όπως δημοσιεύτηκε στο Enet.gr (Ελευθεροτυπία) στις 29/9/2011:

Συγκέντρωση όλων των περιουσιακών στοιχείων του Ελληνικού Δημοσίου (τράπεζες, ακίνητα, λιμάνια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.), που εκτιμώνται στα 125 δισ. ευρώ, σε μια εταιρεία συμμετοχών με έδρα το Λουξεμβούργο.

Πώληση της εταιρείας σε φορέα της Ε.Ε., που θα προωθήσει τις ιδιωτικοποιήσεις και θα ολοκληρώσει το έργο του ώς το 2025.

- Τα 125 δισ. ευρώ που θα εισπραχθούν από την Ελλάδα, θα χρησιμοποιηθούν για την εξαγορά των υποχρεώσεών της στην ΕΚΤ και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε:

α. μείωση του χρέους στο 88% του ΑΕΠ από 145% του ΑΕΠ σήμερα,

β. μηδενισμό της έκθεσης της ΕΚΤ στο ελληνικό χρέος,

γ. μείωση των επιτοκίων του ελληνικού χρέους κατά 50% και

δ. επιστροφή της Αθήνας στις αγορές.

- Ο ευρωπαϊκός φορέας θα επενδύσει 20 δισ. ευρώ για την αναδιάρθρωση των ελληνικών στοιχείων ενεργητικού, ώστε να μεγιστοποιηθούν τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις στα 40-60 δισ. ευρώ. Το ποσόν των επενδύσεων ενδέχεται να αυξηθεί κατά 10 με 15 δισ. ευρώ από τα Διαρθρωτικά Ταμεία, τα οποία η Ελλάδα δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει σήμερα. Με αυτή την «ένεση» στην οικονομία η χώρα θα επιστρέψει στην ανάπτυξη. Εκτιμάται ότι η ανάπτυξη θα μπορούσε να φτάσει τα επόμενα 3-4 χρόνια στο 5%.

- Ολα αυτά θα επιτρέψουν την επαναγορά χρέους της τάξης του 1% του ΑΕΠ κατ’ έτος, κάτι που θα οδηγήσει το χρέος κάτω από το 60% του ΑΕΠ ώς το 2018. Με τη λήξη της λειτουργίας του ευρωπαϊκού φορέα, το 2025, αν προκύψει κεφαλαιακό κέρδος, αυτό θα επιστραφεί στην Ελλάδα. Αν τα έσοδα είναι χαμηλότερα των 125 δισ. ευρώ, η Ελλάδα θα αναλάβει το κόστος, υπό την προϋπόθεση ότι το συνολικό ποσό δεν θα υπερβαίνει το 30% του ΑΕΠ ή τα 150 δισ. ευρώ ώς το 2025. Οι αναλυτές της Roland Berger υπολογίζουν ότι και σε αυτήν την περίπτωση το χρέος θα υποχωρήσει κάτω από το 70% του ΑΕΠ.

Στην επιχειρηματολογία του σχεδίου αναφέρεται, επίσης, ότι:

α. ο σχεδιασμός αυτός θα αποθαρρύνει τους κερδοσκόπους που ποντάρουν σε χρεοκοπίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών, καθώς τα spreads θα καταρρεύσουν,

β. η ιδιωτικοποίηση του ελληνικού δημόσιου τομέα κατά 100% θα οδηγήσει σε εξάλειψη της διαφθοράς,

γ. η αξία των ομολόγων που έχουν οι ελληνικές τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους θα αυξηθεί κατά 30 δισ. ευρώ, αποκαθιστώντας τη φερεγγυότητα του τραπεζικού συστήματος και μειώνοντας το ρίσκο των ενεχύρων κατά 95% και θα τεθεί τέλος στην κρίση ρευστότητας της Ελλάδας.

Η Roland Berger Strategy Consultants GmbH είναι μια μεγάλη διεθνής εταιρία συμβούλων στρατηγικής, μία από τις τρεις μεγαλύτερες στην Ευρώπη και πασίγνωστη παγκοσμίως αφού διαθέτει παρουσία και αναλαμβάνει συμβόλαια σε δεκάδες χώρες .

Στις δραστηριότητές της περιλαμβάνεται η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών προς μεγάλες επιχειρήσεις, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, βιομηχανίες και γενικά επιχειρήσεις όλων των κλάδων.
Επίσης, παραδοσιακά και σε μεγάλο βαθμό παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε κυβερνήσεις και ήταν οικονομικός σύμβουλος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης της Γερμανίας στη διαδικασία (κυρίως στην οικονομική) της επανένωσης της Γερμανίας.

Στελέχη της είχαν διαδραματίσει, τότε, σημαίνοντα ρόλο στην εκποίηση της δημόσιας περιουσίας της Ανατολικής Γερμανίας (επιχείρηση Treuhand) που είχε καταλήξει σε ένα πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο τεραστίων διαστάσεων.
Οι συμβουλευτικές υπηρεσίες που παρείχε και παρέχει, π.χ. σε σειρά ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην πολιτική υποδομών, την ενεργειακή πολιτική, σε έργα υποδομών, και ενεργειακά έργα. Εντατική δραστηριότητα αναπτύσσει, τελευταίως, στον τραπεζικό τομέα, κυρίως παρέχοντας βοήθεια για τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων, παρέχει συμβουλευτικές υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κ.λπ.

Ο ιδρυτής της εταιρείας που εκπόνησε το «EURECA», Ρόλαντ Μπέργκερ, είχε σημαντική εμπλοκή στην πολιτική ζωή της Γερμανίας πριν προτιμήσει να ασχοληθεί αποκλειστικά με την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών ανά τον κόσμο, κυρίως σε χώρες όπου αναπτυσσόταν σημαντικό ενδιαφέρον εκ μέρους του Βερολίνου.

Υπήρξε σύμβουλος του Σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαρντ Σρέντερ με τον οποίο γνωρίζονταν από τότε που ο πρώην Καγκελάριος του SPD ήταν πρωθυπουργός στο κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας και προσέτρεξε στις συμβουλές του Μπέργκερ για να διαχειριστεί δημόσια περιουσία που αφορούσε σε συμμετοχή σε εταιρείες όπως η Volkswagen.

Οταν ανέλαβε την Καγκελαρία το 1998, ο Σρέντερ πρότεινε στον Μπέργκερ να γίνει υπουργός Οικονομικών. Ο τελευταίος αρνήθηκε, καθώς ήταν σύμβουλος και του χριστιανοκοινωνιστή πρωθυπουργού της Βαυαρίας και πολιτικού αντιπάλου του Σρέντερ, Εντμουντ Στόιμπερ, με τον οποίο αποτέλεσε δίδυμο και στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων της Κομισιόν για την εκπόνηση της στρατηγικής της Ε.Ε. για την ανάπτυξη και την απασχόληση (2010).

Για τον κ. Μπέργκερ η ιδεολογία δεν ήταν, άλλωστε, ποτέ εμπόδιο για τα συμβόλαια τα οποία αναλάμβανε.

Γι αυτό και δεν τον απέτρεψε απ’ το να δίνει συμβουλές και στο Σρέντερ όπως και στον Στόιμπερ. Το ίδιο κάνει, άλλωστε, τα τελευταία χρόνια και με την Άνγκελα Μέρκελ και τον Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, κάτι που έχει οδηγήσει αρκετούς στο Βερολίνο να τον θεωρούν «σκιώδη» σύμβουλο και τον εισηγητή πολλών από τις πολιτικές που εφαρμόζει η γερμανική κυβέρνηση σε χώρες του ευρωπαίκού Νότου.

Ο Μπέργκερ υπήρξε απ’ τους βασικούς εισηγητές της «Ατζέντας 2010» του Σρέντερ, η εφαρμογή της οποίας καθήλωσε για πολλά χρόνια τους μισθούς και αποδιάρθρωσε εργατικά δικαιώματα στη Γερμανία. Οιαδήποτε σύγκριση με πολιτικές που εφαρμόζονται στην Ελλάδα πρέπει να θεωρηθεί…κακόβουλη.

Η στρατηγική αυτή υπήρξε αποτελεσματική για την υγεία των δημοσιονομικών της Γερμανίας και των βιομηχανιών της, όμως δημιούργησε συνθήκες διεύρυνσης της ανισορροπίας ανταγωνιστικότητας μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου