Καταπέλτης για την φορολογική πολιτική της κυβέρνησης σε ότι έχει να έχει με τα ακίνητα είναι η Alpha Bank, καθώς στο Εβδομαδιαίο Οικονομικό Δελτίο της κάνει λόγο για απαξίωση και φαλκίδευση της ακίνητης περιουσίας άνω των 300.000 ευρώ.
Όπως σημειώνει:
«Η υπέρμετρη φορολόγηση των ακινήτων, όπως και κάθε φορολόγηση που είναι άδικη και εξοντωτική ακόμη και για τον πιο καλοπροαίρετο φορολογούμενο, οδηγεί πολλές φορές σε διακοπή των πληρωμών και των υπολοίπων φόρων διότι καταστρέφει περαιτέρω αυτό που αποκαλείται «φορολογική συνείδηση», η οποία ήδη έχει επιβαρυνθεί σημαντικά τα τελευταία έτη».
Οι αναλυτές της τράπεζας κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στον ΕΝΦΙΑ σημειώνοντας πως:
Αντί, για την θέσπιση του Ενιαίου (ανταποδοτικού) Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) που θα επιβαλλόταν στο σύνολο των ακινήτων αυτοτελώς για κάθε ακίνητο χωριστά, με βάση το είδος του ακινήτου, τα τετραγωνικά μέτρα, την περιοχή και την κατάλληλα προσαρμοσμένη τιμή Ζώνης, την παλαιότητα και τα άλλα χαρακτηριστικά του ακινήτου που πράγματι λαμβάνονται υπόψη στον ΕΝΦΙΑ,θεσπίστηκε και πάλι η διπλή και σε πολλές περιπτώσεις εξοντωτική φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας.
Ειδικότερα, θεσπίστηκε πράγματι ο ΕΝΦΙΑ αλλά σημαντικά αλλοιωμένος.
Απαλλάχθηκαν ουσιαστικά από αυτόν τον φόρο, δηλαδή από την φορολογία ακινήτων, πολύ μεγάλες περιουσίες (π.χ.,αγροκτήματα εκατοντάδων στρεμμάτων), με αποτέλεσμα τα αναμενόμενα έσοδα από αυτόν να περιοριστούν σημαντικά.
Για να καλυφθούν αυτά τα έσοδα, θεσπίστηκε και πάλι, επιπλέον του ΕΝΦΙΑ, και ο ΦΑΠ 2014 στην ακίνητη περιουσία με αντικειμενική αξία άνω των € 300.000. Έτσι οι ίδιοι φορολογούμενοι οι οποίοι είχαν επιβαρυνθεί με έξι (6) ταυτόχρονα φόρους περιουσίας το 2013, συνεχίζουν να επιβαρύνονται τόσο με τον ΕΝΦΙΑ όσο και με τον ΦΑΠ και το 2014.
Μάλιστα, ο ΦΑΠ του 2014 επιβάλλεται και πάλι με βάση τις αντικειμενικές αξίες του 2007 που, όπως ήδη τονίστηκε, στις περισσότερες περιπτώσεις και με την πλήρη διακοπή της λειτουργίας της αγοράς ακινήτων, δεν έχουν πια σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα.
Ο 2ος αυτός φόρος, ο ΦΑΠ 2014 (που πολλές φορές μπορεί να είναι από 4 έως και 10 φορές μεγαλύτερος από τον ΕΝΦΙΑ), συμβάλλει ουσιαστικά στη φαλκίδευση και απαξίωση της ακίνητης περιουσίας άνω των €300.000.
Διότι εκτός των άλλων παρουσιάζεται και ως μόνιμος φόρος.
Επιβάλλεται να πληρωθεί από εισοδήματα που ήδη είναι υπερφορολογημένα και σε συνθήκες και με προδιαγραφές που καθηλώνουν περαιτέρω την ήδη καταποντισμένη αγορά ακινήτων.
Όπως σημειώνει:
«Η υπέρμετρη φορολόγηση των ακινήτων, όπως και κάθε φορολόγηση που είναι άδικη και εξοντωτική ακόμη και για τον πιο καλοπροαίρετο φορολογούμενο, οδηγεί πολλές φορές σε διακοπή των πληρωμών και των υπολοίπων φόρων διότι καταστρέφει περαιτέρω αυτό που αποκαλείται «φορολογική συνείδηση», η οποία ήδη έχει επιβαρυνθεί σημαντικά τα τελευταία έτη».
Οι αναλυτές της τράπεζας κάνουν ιδιαίτερη αναφορά στον ΕΝΦΙΑ σημειώνοντας πως:
Αντί, για την θέσπιση του Ενιαίου (ανταποδοτικού) Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) που θα επιβαλλόταν στο σύνολο των ακινήτων αυτοτελώς για κάθε ακίνητο χωριστά, με βάση το είδος του ακινήτου, τα τετραγωνικά μέτρα, την περιοχή και την κατάλληλα προσαρμοσμένη τιμή Ζώνης, την παλαιότητα και τα άλλα χαρακτηριστικά του ακινήτου που πράγματι λαμβάνονται υπόψη στον ΕΝΦΙΑ,θεσπίστηκε και πάλι η διπλή και σε πολλές περιπτώσεις εξοντωτική φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας.
Ειδικότερα, θεσπίστηκε πράγματι ο ΕΝΦΙΑ αλλά σημαντικά αλλοιωμένος.
Απαλλάχθηκαν ουσιαστικά από αυτόν τον φόρο, δηλαδή από την φορολογία ακινήτων, πολύ μεγάλες περιουσίες (π.χ.,αγροκτήματα εκατοντάδων στρεμμάτων), με αποτέλεσμα τα αναμενόμενα έσοδα από αυτόν να περιοριστούν σημαντικά.
Για να καλυφθούν αυτά τα έσοδα, θεσπίστηκε και πάλι, επιπλέον του ΕΝΦΙΑ, και ο ΦΑΠ 2014 στην ακίνητη περιουσία με αντικειμενική αξία άνω των € 300.000. Έτσι οι ίδιοι φορολογούμενοι οι οποίοι είχαν επιβαρυνθεί με έξι (6) ταυτόχρονα φόρους περιουσίας το 2013, συνεχίζουν να επιβαρύνονται τόσο με τον ΕΝΦΙΑ όσο και με τον ΦΑΠ και το 2014.
Μάλιστα, ο ΦΑΠ του 2014 επιβάλλεται και πάλι με βάση τις αντικειμενικές αξίες του 2007 που, όπως ήδη τονίστηκε, στις περισσότερες περιπτώσεις και με την πλήρη διακοπή της λειτουργίας της αγοράς ακινήτων, δεν έχουν πια σχέση με τη σημερινή πραγματικότητα.
Ο 2ος αυτός φόρος, ο ΦΑΠ 2014 (που πολλές φορές μπορεί να είναι από 4 έως και 10 φορές μεγαλύτερος από τον ΕΝΦΙΑ), συμβάλλει ουσιαστικά στη φαλκίδευση και απαξίωση της ακίνητης περιουσίας άνω των €300.000.
Διότι εκτός των άλλων παρουσιάζεται και ως μόνιμος φόρος.
Επιβάλλεται να πληρωθεί από εισοδήματα που ήδη είναι υπερφορολογημένα και σε συνθήκες και με προδιαγραφές που καθηλώνουν περαιτέρω την ήδη καταποντισμένη αγορά ακινήτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου