Η καλύτερη δυνατή συμμαχία για την Ελλάδα, εν όψει των εγχωρίων προβλημάτων, αυτών της Ευρωζώνης, της ΕΕ, καθώς επίσης των διεθνών εξελίξεων, είναι αυτή με τις Ηνωμένες Πολιτείες – ενώ είναι η πλέον συμφέρουσα για τη χώρα μας όσον αφορά ειδικά το θέμα του χρέους.
Ανάλυση
Προφανώς για να επιλέξει τον ή τους συμμάχους της η Ελλάδα, εάν υποθέσουμε ότι είναι σε θέση να το κάνει, θα ήταν προηγουμένως υποχρεωμένη να προβλέψει τις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις –σύμφωνα με τις οποίες φαίνεται πως βιώνουμε την προετοιμασία της τελικής σύγκρουσης των Η.Π.Α. με την Κίνα. Η σύγκρουση αυτή είναι ήδη οικονομική, ενώ φαίνεται πως θα εξελιχθεί σε εμπορική και νομισματική – με τελική κατάληξη τη στρατιωτική, εάν και εφόσον..
... δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, καθώς επίσης οι απαιτούμενες συμμαχίες.
Στα πλαίσια αυτά, οι συμμαχίες που προβλέπονται σήμερα είναι αφενός μεν των Η.Π.Α. με τη Ρωσία (όπου η Ιαπωνία θα παραμείνει στο άρμα της υπερδύναμης, αφού οι σχέσεις της με την Κίνα ήταν ανέκαθεν εχθρικές), αφετέρου της Γερμανίας με την Κίνα – παρά το ότι οι δύο αυτές χώρες θεωρούνται ανταγωνιστικές μεταξύ τους. Η Γερμανία βέβαια θα επιδιώξει την ηγεμονία της Ευρώπης, καθώς επίσης την ανεξαρτητοποίηση της από την υπερδύναμη, ενδεχομένως με τη βοήθεια της Κίνας – η οποία αφενός μεν εξαγοράζει πολλές επιχειρήσεις στην ήπειρο μας, αφετέρου τη θεωρεί ως μία μεγάλη εξαγωγική αγορά της, ικανή να αναπληρώσει εκείνο το μέρος της αμερικανικής κατανάλωσης που πιθανότατα θα χάσει.
Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση, η βασική αιτία είναι το ότι τα συμφέροντα της Ρωσίας εξυπηρετούνται καλύτερα από τη συμμαχία της με τις Ηνωμένες Πολιτείες – επειδή, εάν επέλεγε την Κίνα, μόνο ως υποτελής της θα μπορούσε να υπάρξει, αφού θα συνόρευε με μία υπερδύναμη του 1,5 δις ανθρώπων, όταν ο δικός της πληθυσμός είναι μόλις 140 εκ. σε μία τεράστια αλλά πολύ αραιοκατοικημένη έκταση, ειδικά στα κινεζικά της σύνορα. Από την άλλη πλευρά, οι Η.Π.Α. θεωρούν πως εκείνος που θα κερδίσει τη Ρωσία ως σύμμαχο, θα είναι ο τελικός νικητής της αναμέτρησης για την παγκόσμια ηγεμονία – ειδικά όσον αφορά το ενεργειακό και στρατιωτικό σκέλος της.
Εν προκειμένω θεωρείται πως το δώρο, με το οποίο θα προσπαθήσουν να προσελκύσουν οι Η.Π.Α. τη Ρωσία, θα είναι η Ευρώπη – η οποία θα διαμοιραζόταν τότε μεταξύ των δύο αυτών μεγάλων δυνάμεων, με μία συμφωνία τύπου Γιάλτας. Το συγκεκριμένο ενδεχόμενο έχει ανησυχήσει σε μεγάλο βαθμό τη γερμανική κυβέρνηση, ειδικά όταν διαπιστώνει πως η υπερδύναμη «ναρκοθετεί» τόσο την Ευρωζώνη με τις δηλώσεις του υποψήφιου πρέσβη, όσο και την ΕΕ μέσω του BREXIT – ενώ δεν είναι καθόλου απίθανο να χρησιμοποιηθεί επίσης η Ελλάδα εναντίον του ευρώ, η Ιταλία, η Γαλλία κοκ.
Ειδικότερα, ο διεκδικητής της θέσης του πρέσβη στην Ευρώπη, ο κ. Ted Malloch, έκανε μία σειρά δηλώσεων, οι οποίες προβλημάτισαν τη γερμανική κυβέρνηση – μεταξύ άλλων το ότι δεν αποκλείει τη διάλυση της Ευρωζώνης εντός των 18 επομένων μηνών, καθώς επίσης την «αποδόμηση», εάν όχι την κατάρρευση της ΕΕ.
Εκτός αυτού, ανακοίνωσε πως οι Η.Π.Α. θα αρχίσουν σταδιακά να μην διαπραγματεύονται με τις Βρυξέλες, αλλά με τα επί μέρους κράτη της ΕΕ – κάτι που φυσικά θα επιδείνωνε σημαντικά τις ήδη υφιστάμενες «ρωγμές» του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Τέλος ο κ. Malloch ανέφερε πως, από μία άλλη διπλωματική του θέση, βοήθησε στην κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης – ενώ θα μπορούσε να υπάρξει μία διαφορετική ευρωπαϊκή ένωση που θα απαιτούσε λιγότερη «χαλιναγώγηση».
Ως εκ τούτου η Γερμανία προσπάθησε με κάθε τρόπο να εμποδίσει το διορισμό του, ενώ πολλοί ηγέτες κομμάτων στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο απαίτησαν να μη γίνει δεκτή η τοποθέτηση του – κάτι που στο παρελθόν θα αποτελούσε μία αδιανόητη προσβολή για την υπερδύναμη και τον πρόεδρο της, ο οποίος επιλέγει τους πρέσβεις της χώρας.
Βέβαια, οι δηλώσεις του κ. Malloch δεν ήταν διαφορετικές από αυτές του προέδρου Trump – ο οποίος ανέφερε σε συνέντευξη του ότι, η ΕΕ είναι το μέσον που χρησιμοποιεί η Γερμανία για να αυξήσει την ισχύ της, οπολιορκητικός κριός της. Διαφορετικές δεν ήταν ούτε σε σχέση με τις δηλώσεις του συμβούλου του αμερικανού προέδρου, του κ. Navarro – σύμφωνα με τον οποίο το ευρώ είναι υπερβολικά υποτιμημένο, με στόχο να βοηθάει τη Γερμανία να ληστεύει άλλες χώρες με τις εξαγωγικές της επιθέσεις.
Λίγες εβδομάδες πάντως πριν, ο γερμανός υπουργός εξωτερικών σκηνοθέτησε μία παράσταση άνευ προηγουμένου στην Ουάσιγκτον –εμφανιζόμενος ως δάσκαλος των Αμερικανών σε θέματα Δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κλείνοντας, ορισμένα άτομα του γερμανικού κατεστημένου πιστεύουν πως θα ακολουθήσει η άνοδος της «πρωσικής ΕΕ» σε παγκόσμιο επίπεδο – με την παράλληλη πτώση και παρακμή των Η.Π.Α.
Η Γερμανία
Από την άλλη πλευρά τώρα, οι ευρωπαϊκές ελίτ έχουν εναποθέσει όλες τις ελπίδες τους στη Γερμανία – θεωρώντας πως είναι η μοναδική χώρα, η οποία θα μπορούσε να διασώσει την υφιστάμενη δυτική τάξη πραγμάτων. Πιστεύουν λοιπόν πως εάν τυχόν παραστεί ανάγκη, η Γερμανία είναι σε θέση να δημιουργήσει έναν ετοιμοπόλεμο ευρωπαϊκό στρατό, ο οποίος δεν θα ήταν λιγότερο αποτελεσματικός από τον αμερικανικό.
Επί πλέον, θεωρούν πως η Γερμανία είναι το μοναδικό κράτος που μπορεί να διασώσει την Ευρωζώνη από τις φυγόκεντρες δυνάμεις που έχουν αναπτυχθεί στο εσωτερικό της, την ευρωπαϊκή οικονομία από την κρίση χρέους και ανταγωνιστικότητας, καθώς επίσης τη γραφειοκρατική διοίκηση των Βρυξελών.
Εν τούτοις οι ευρωπαϊκές ελίτ δεν εμπιστεύονται τη σημερινή γερμανική κυβέρνηση – η οποία φαίνεται να ακολουθεί άλλο δρόμο, σχεδιάζοντας ενδεχομένως τη διάλυση της Ευρωζώνης, έχοντας την άποψη πως μπορεί πλέον να κατακτήσει οικονομικά την Ευρώπη, με τη βοήθεια ενός ισχυρού μάρκου.
Ειδικά το βαθύ γερμανικό κράτος, η βιομηχανική ελίτ της χώρας δηλαδή, νοιώθει πως κινδυνεύει να χάσει την «κότα με τα χρυσά αυγά» από τα λάθη της καγκελαρίου, καθώς επίσης του υπουργού οικονομικών της, μεταξύ άλλων στο θέμα της Ελλάδας – την οποίαπροσπαθούν να οδηγήσουν στην έξοδο από το ευρώ, δημιουργώντας μία μεγάλη ρωγμή στη νομισματική ένωση, αντίστοιχη με αυτήν της Βρετανίας στην ΕΕ. Με δεδομένο δε το ότι, το υποτιμημένο ευρώ (η κότα) τους εξασφαλίζει τεράστια ετήσια πλεονάσματα της τάξης των 300 δις € (χρυσά αυγά), προφανώς ανησυχούν για το μέλλον του – οπότε θα κάνουν ότι μπορούν για να το προστατεύσουν.
Στα πλαίσια αυτά, οι ελίτ έχουν επιλέξει έναν από τους πλέον σημαντικούς εκπροσώπους της γραφειοκρατίας των Βρυξελών, τον κ. M. Schulz, για τη θέση της γερμανικής καγκελαρίας – ένα άτομο που έχει ταθεί από την αρχή υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Μεταξύ άλλων ο κ. Schulz έπεισε τον Έλληνα πρωθυπουργό να υπογράψει το τρίτο μνημόνιο – μέσω του οποίου παραδόθηκαν ουσιαστικά τα κλειδιά της χώρας στην ευρωπαϊκή και ιδιαίτερα στη γερμανική οικονομική ελίτ. Η στήριξη που του προσέφεραν πάντως αύξησε μέσα σε μία νύχτα την εκλογική δύναμη του κόμματος του (SPD) τόσο πολύ, ώστε να πλησιάζει επικίνδυνα το κόμμα της κυρίας Merkel (CDU) – η οποία βλέπει για πρώτη φορά να απειλείται η υποψηφιότητα της (συνεχίζεται στην επόμενη σελίδα).
Το μεγάλο ερωτηματικό είναι βέβαια η Γαλλία, στην περίπτωση νίκης του «Εθνικού Μετώπου» της κυρίας Le Pen – η οποία τοποθετείται όλο και πιο καθαρά εναντίον του ευρώ, σχεδιάζοντας την έξοδο της χώρας από τη νομισματική ένωση εντός μόλις έξι μηνών από την εκλογή της. Με δεδομένο δε το ότι, η Γαλλία έχει τη δυνατότητα μετατροπής του 80% του δημοσίου χρέους της από ευρώ σε φράγκα, επειδή τα ομόλογα της έχουν συναφθεί στο εθνικό δίκαιο, ενός χρέους που μπορεί μεν να μην υπερβαίνει το 100% του ΑΕΠ της αλλά έχει σχεδόν διπλασιαστεί μετά το 2008 (γράφημα), η πρόθεση της δελεάζει τους Πολίτες – ενώ ανησυχεί σε πολύ μεγάλο βαθμό τις χρηματαγορές, αποτελώντας μία βόμβα στα θεμέλια του ευρώ, οπότε του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη του δημοσίου χρέους της Γαλλίας σε δις $
.Παράλληλα, η κυρία Le Pen ανήκει στους ένθερμους υποστηρικτές της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, του προέδρου Putin επίσης, οπότε στους αντιπάλους της Γερμανίας. Εκτός αυτού επηρεάζει το εθνικιστικό κόμμα της Ολλανδίας – επίσης την Ουγγαρία που κυβερνάται ήδη από ένα εθνικιστικό κόμμα. Ως εκ τούτου αποτελεί εκ των πραγμάτων έναν μεγάλο κίνδυνο τόσο για τη Γερμανία, όσο και για την ευρωπαϊκή ελίτ– καθώς επίσης για το γραφειοκρατικό κατεστημένο των Βρυξελών.
Συμπερασματικά λοιπόν η κατάσταση στην Ευρώπη είναι πάρα πολύ ρευστή, ενώ η Γερμανία κινδυνεύει να χάσει ακόμη και τους πιο πιστούς συμμάχους της, όπως είναι η Ολλανδία – οπότε είναι εξαιρετικά πιθανή η διάλυση της σε ανεξάρτητα εθνικά κράτη, γεγονός που θα διευκόλυνε τη συνεργασία των Η.Π.Α. με τη Ρωσία, με το μοίρασμα της ηπείρου μας σε δικές τους ζώνες επιρροής. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε η Γερμανία δεν θα έχει άλλη επιλογή από τη συνεργασία της με την Κίνα – εάν φυσικά δεν εγκαταλείψει τις ηγεμονικές της φιλοδοξίες, λόγω της αδυναμίας της να τις πραγματοποιήσει.
Η Ελλάδα
Περαιτέρω, λογικά η Ελλάδα θα έπρεπε να επιλέξει τη συνεργασία της με τις Η.Π.Α., η οποία είναι η καλύτερα υποσχόμενη – πόσο μάλλον εάν τελικά συμμαχήσει η υπερδύναμη με τη Ρωσία. Εκτός αυτού, γνωρίζοντας πως η Γερμανία δεν είναι καθόλου γενναιόδωρη, ικανή να μην αφήσει στους οφειλέτες της ούτε ένα ψίχουλο στο πιάτο τους, καθώς επίσης πωςοι λύσεις που της προτείνονται από τις Η.Π.Α. στο θέμα του δημοσίου χρέους δεν είναι βέβαια άριστες, αλλά πολύ καλύτερες από αυτές της Γερμανίας, δεν έχει απολύτως κανένα λόγο να συμμαχήσει μαζί της – πόσο μάλλον όταν η χώρα αυτή κερδίζει πάντοτε όλες τις μάχες, αλλά χάνει τον πόλεμο, ενώ διατηρεί πολύ στενές σχέσεις με την Τουρκία.
Εν τούτοις, η Ελλάδα είναι ουσιαστικά εγκλωβισμένη, όσον αφορά τις γεωπολιτικές της συμμαχίες, αφού δεν θεωρείται πλέον κυρίαρχη χώρα, αλλά αποικία των δανειστών της – οπότε δεν μπορεί να επιλέξει ελεύθερα με ποιά μεγάλη δύναμη θα συνεργασθεί και με ποιά όχι.Ουσιαστικά λοιπόν «ανήκει» στην Ευρωζώνη, άρα κατ’ επέκταση στη Γερμανία, η οποία άλλωστε έχει ήδη στην ιδιοκτησία της δύο στρατηγικές δημόσιες επιχειρήσεις, όπως ο ΟΤΕ και τα αεροδρόμια – ενώ πολλές άλλες εταιρείες της είναι εγκατεστημένες στη χώρα, κατέχοντας τις πρώτες θέσεις στον κλάδο τους, όπως η Lidl.
Εκτός αυτού, είναι εγκλωβισμένη στο τραπεζικό σύστημα της ΕΚΤ, χωρίς το οποίο οι ελληνικές τράπεζες είναι αδύνατον να επιβιώσουν – καθώς επίσης στο ευρώ, αφού μετά την υπογραφή του PSI τα εξωτερικά της χρέη δεν είναι μετατρέψιμα σε εθνικό νόμισμα, ισχύει το αγγλικό δίκαιο, ενώ έναντι αυτών έχει υποθηκεύσει τη δημόσια περιουσία της (επίσης την ιδιωτική μέσω του αφελληνισμού των συστημικών τραπεζών).
Από την άλλη πλευρά, έχει επίσης παρουσία στην Ελλάδα η Κίνα, μεταξύ άλλων μέσω της Cosco που έχει εξαγοράσει το λιμάνι του Πειραιά – το οποίο αποτελεί μία στρατηγική επιχείρηση κατά πολλούς, πόσο μάλλον με δεδομένη τη θέση της χώρας μας στη διεθνή ναυτιλία.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα είναι ήδη μέρος της δεύτερης ενδεχόμενης συμμαχίας, της Γερμανίας και της Κίνας δηλαδή, παρά τη θέληση της – ενώ, στην περίπτωση που θα ήθελε να αποχωρήσει, θα αντιμετώπιζε πάρα πολλά προβλήματα. Εν προκειμένω δεν θα έπρεπε να υποτιμούνται ούτε τα εθνικά μέσω της Τουρκίας – η οικονομία της οποίας ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από τη γερμανική βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των τουριστικών της υποδομών.
Επίλογος
Έχοντας την άποψη, χωρίς φυσικά να διεκδικούμε το αλάθητο ότι, η καλύτερη δυνατή συμμαχία για την Ελλάδα, εν όψει των εγχωρίων προβλημάτων, αυτών της Ευρωζώνης, της ΕΕ, καθώς επίσης των διεθνών εξελίξεων είναι αυτή με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ είναι η πλέον συμφέρουσα για τη χώρα μας όσον αφορά ειδικά το θέμα του χρέους, θα έπρεπε να την επιδιώξουμε όσο πιο γρήγορα μπορούμε (εντός του 2017).
Μία από τις δυνατότητες θα ήταν η μη λήψη νέων δόσεων από τους «Θεσμούς», οπότε η αναβολή πληρωμών εντός της Ευρωζώνης, εάν δεν μας εγκριθεί η ονομαστική διαγραφή τουλάχιστον του 50% του χρέους – άρα το σταμάτημα κάθε είδους διαπραγματεύσεων, αξιολογήσεων κοκ. Ταυτόχρονα, η καταγγελία των παράνομων δανειακών συμβάσεων στα διεθνή δικαστήρια, με την απαίτηση αποζημίωσης για την καταστροφή που μας προκάλεσαν τα μνημόνια, την οποία υπολογίζουμε πάνω από 1 τρις €.
Έτσι θα οδηγούμαστε σε διαπραγματεύσεις ελεγχόμενης εξόδου της χώρας μας από τη νομισματική ένωση, οπότε θα μπορούσαμε να απεγκλωβιστούμε από την παγίδα της Γερμανίας – χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι, η οικονομική μας κατάσταση μετά θα ήταν ρόδινη αλλά, αντίθετα, αρκετά χειρότερη από τη σημερινή.
Εν τούτοις θα υπήρχαν οι προοπτικές για ένα καλύτερο μέλλον, οι οποίες είναι σήμερα ανύπαρκτες – ενώ, όσο πιο πολύ αργούμε να επιλέξουμε ένα οδυνηρό τέλος, βιώνοντας μία οδύνη δίχως τέλος, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να αποφύγουμε μία ανυπολόγιστη καταστροφή, παράλληλα με την κατοχή της χώρας μας από τη Γερμανία στο διηνεκές.
Η ανάλυση δημοσιεύθηκε στο τεύχος Μαρτίου του περιοδικού ZERO
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου