ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ : μια “ειδικότητα” ” παλαιά, της οποίας την άσκηση συναντούμε για πρώτη φορά στον Ελλαδικό χώρο κάπου στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ.
Κατά τον Αριστοτέλη ο πρώτος με τ’ όνομα φιλόσοφος, ήταν ο Θαλής ο Μιλήσιος. Δαύτος, καθώς και όλοι όσοι ακολούθησαν τη σχολή σκέψης του, διερωτόταν για τη φύση των πραγμάτων ή πιο απλά “how things work“. Βέβαια με τα περιορισμένα μέσα που είχαν τότε, οι παρατηρήσεις τους συχνά ήταν κάτι παραπάνω από λανθασμένες και άκυρες. Το θέμα μας είναι όμως πως, τα παλικάρια από τη σχολή της Μίλητου, αποτελούν τις πρώτες καταγεγραμμένες περιπτώσεις ανθρώπων που άρχισαν να αναρωτιούνται για το τι πραγματικά μπορεί να παίζει με τον κόσμο γύρω τους, χωρίς να αποδίδουν καταστάσεις σε μεταφυσικές οντότητες.
Σαν συνεχιστής αυτών των σπόρων διερευνητικής σκέψης ήρθε ο φιλόσοφος Ξενοφών, ο οποίος παρόλο που δεν είχε πολύ “επιστημονική προσέγγιση” ήταν αυτός αμφισβήτησε για πρώτη φορά τον ανθρωπομορφισμό των θεών.
Μετά βέβαια ήρθε ο Πυθαγόρας και του τα χάλασε, προσπαθώντας να συνδέσει την θρησκευτική πίστη με τη λογική σκέψη — σαν να προσπαθείς να συνδυάσεις παντζάρια με μαρσμέλοους ένα πράμα.
Τον Πυθαγόρα ακολούθησε το αντίστοιχο ρεύμα φιλοσοφικής σκέψης: οι Πυθαγόρειοι που βασίζονταν κυρίως σε προφορικές παραδόσεις, μιας και ο Πυθαγόρας δεν άφησε κείμενα πίσω του.
Μετά βέβαια ήρθε ο Πυθαγόρας και του τα χάλασε, προσπαθώντας να συνδέσει την θρησκευτική πίστη με τη λογική σκέψη — σαν να προσπαθείς να συνδυάσεις παντζάρια με μαρσμέλοους ένα πράμα.
Τον Πυθαγόρα ακολούθησε το αντίστοιχο ρεύμα φιλοσοφικής σκέψης: οι Πυθαγόρειοι που βασίζονταν κυρίως σε προφορικές παραδόσεις, μιας και ο Πυθαγόρας δεν άφησε κείμενα πίσω του.
Ύστερα από αυτούς έσκασε μύτη ο Ηράκλειτος με το “τα πάντα ρει” του, μετέπειτα οι Ελεάτες, ο Παρμενίδης που αμφισβήτησε τον μονισμό που έδερνε όλους τους προηγούμενους με τη “μία και μοναδική γενεσιουργό αιτία των πάντων“, ο Εμπεδοκλής και ο Αναξαγόρας που πάνω κάτω συμφωνούσαν με τον Παρμενίδη και οι Σοφιστές, που τράβηξαν το όλο concept της φιλοσοφίας από τα μαλλιά, κάνοντας τα πάντα πουτάνα και δημιουργώντας τα πρώτα ιστορικά καταγεγραμμένα mindfucks.
Κατόπιν περνάμε στους τρεις μεγάλους σταρ της κλασσικής αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας: Σωκράτης,Πλάτωνας, Αριστοτέλης. Δαύτοι έχοντας ήδη υπάρχον υλικό για brainstorming, έπαιξαν τη φιλοσοφική τους μπάλα πιο ολοκληρωμένα και εντυπωσιακά από ότι οι προκάτοχοι τους. Αφήνοντας τους σταρ -τους οποίους το υπουργείο παιδείας έχει φροντίσει να κάνει αν όχι μισητούς, έστω αντιπαθείς- περνάμε στην ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο όπου τα φιλοσοφικά κινήματα ξεπηδούσαν σαν αμανίτες μουσκάρια. Πάρε λοιπόν Νεοπλατωνισμό, Ακαδημαϊκό Σκεπτικισμό, Πυρρώνειο Σκεπτικισμό, Κυνισμό, Στωικισμό, Επικουρισμό και Εκλεκτισμό.
Με το τέλος όλου αυτού του οργασμού ιδεολογιών, η φιλοσοφική σκέψη άρχισε να μπολιάζεται από το χριστιανικό πνεύμα, να απαρνείται τα αρχαιοελληνικά πρότυπα και να κινείται σε άλλες κατευθύνσεις. Οι αρχαιοελληνικές καταστάσεις έγιναν πάλι “cool” και “trendy” κατά την Αναγέννηση, αλλά δεν θέλω να σε πάω τόσο μακριά.
Θα ρίξουμε μερικές δρασκελιές προς τα πίσω λοιπόν και θα σκοντάψουμε πάνω στο Κυνισμό.
Ο Κυνισμός σαν φιλοσοφική διδαχή κραύγαζε το “γύρισε στη φύση” — όχι για να γίνεις ροκάς και να ρουφάς χασίσι βέβαια. Κατά τους κυνικούς, ο άνθρωπος για να είναι ευτυχισμένος έπρεπε να ζει σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους, τους οποίους μέσα στις πολιτείες του παραβίαζε, πράγμα που τον οδηγούσε στη δυστυχία. Ο τρόπος για να πετάξει από πάνω του αυτή τη δυστυχία ήταν να πάψει να είναι υποχείριο του πλούτου, της φήμης και της εγκόσμιας δύναμης. Έχοντας αποτάξει αυτές τις τεχνητές χαρές είχε τη δυνατότητα να είναι αυτάρκης και απόλυτος κύριος του εαυτού του.
Όλοι οι νεοχίπιδες και οι πριμιτιβιστές πρέπει να φυλάνε τα πατουσάκια του Κυνισμού με αγάπη και σεβασμό, μιας και ήταν η πρώτη φιλοσοφική σχολή σκέψης που ωθούσε τον άνθρωπο να αφήσει κατά μέρους τον προβληματικό πολιτισμό που είχε αναπτύξει και να τα βρει με την υπόλοιπη πλάση — το κατά πόσο κάτι τέτοιο ήταν, είναι ή θα γίνει εφικτό για το γενικό σύνολο και αν θα μπορούσε να οδηγήσει σε θετικά αποτελέσματα για την ανθρωπότητα, είναι μια συζήτηση που δεν θα μας απασχολήσει εδώ όμως.
Ιστορικά, εμπνευστής του Κυνισμού ήταν ο Αντισθένης, αλλά το μεγάλο αστέρι της σχολής αυτής ήταν οΔιογένης ο Σινωπεύς, τον οποίο σίγουρα έχεις ακουστά ως “Διογένης ο Κυνικός“.
Τα περισσότερα που γνωρίζουμε για τον Διογένη, πέρα από κάποιες γενικές γραμμές της ζωής του, είναι κυρίως ανεκδοτολογικής φύσεως, δηλαδή διηγήσεις ιστορικά μη τεκμηριωμένες, που πολύ πιθανό είναι να περιέχουν το στοιχείο της υπερβολής ή να μην ισχύουν καθόλου (το ίδιο ισχύει και για πολλές άλλες προσωπικότητες της αρχαιότητος). Ακόμα και έτσι όμως η εικόνα που μας δίνει Διογένης μέσω των διάφορων διηγήσεων είναι αυτή του “υπερτρόλ“, που είχε τη δύναμη να αμφισβητεί τους πάντες και τα πάντα, με απίστευτη οξυδέρκεια και αίσθηση του χιούμορ που δεν συναντάς εύκολα ακόμα και στις μέρες μας.
Ο Διογένης ήταν ο τρελός της αγοράς, ο άπλυτος ανάρχας που δημιουργούσε σύγχυση στους πάντες. Ήταν σαν να έχεις ποτίσει τον Σωκράτη με ντρόγκια και τον άφησες ελεύθερο στη πόλη της Αθήνας να μπαχαλέψει τα πάντα. Προκαλούσε μίσος αλλά και σεβασμό με την -σχεδόν- κάφρικη ειλικρίνεια του, θα έλεγε κανείς πως είχε αναγάγει τη τέχνη του “να κάνει τους άλλους ρόμπα” σε performance. Ήταν πραγματικά λεβέντης από τους λίγους, ο κόπρος.
Σήμερα λοιπόν θα κάνουμε μια γρήγορη σούμα των βιογραφικών στοιχείων του μπαρμπα-Διογένη και μετά θα σε φλομώσω στα ανεκδοτολογικά συμβάντα και τα άχρηστα trivia που ίσως βρεις ενδιαφέροντα.
Iστορικά, οι διάφορες πηγές βρίσκονται σε διχασμό για το πότε γεννήθηκε ο Διογένης. Οι δύο πιθανές χρονολογίες γέννησης του είναι το 412 π.Χ. και το 404 π.Χ. Αυτό που γνωρίζουμε με σιγουριά είναι το ότι γεννήθηκε στη Σινώπη της Μικράς Ασίας και πως ο πατέρας του, o Ικεσίας, ήταν επόπτης του νομισματοκοπείου της πόλης. Σε αυτή τη δουλειά, όπως ήταν αναμενόμενο, έμπασε και τον γιόκα του.
Εδώ όμως έπαιξε μια, ιστορικά απροσδιόριστη, στραβή η οποία είχε να κάνει με την συμμετοχή πατέρα και γιου σε κάποιο οικονομικό σκάνδαλο, το οποίο μάλλον αφορούσε τη παραχάραξη και την υποτίμηση του τοπικού νομίσματος. Απ’ όσο λένε οι ιστορικοί, η υποτίμηση αυτή είχε να κάνει περισσότερο με πολιτικές παρά με καθαρά οικονομικές σκοπιμότητες. Ότι και να ίσχυε πάντως, τη νύφη τη πλήρωσε ο Διογένης, ο οποίος στάλθηκε στην εξορία.
Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα μαζί με έναν σκλάβο, ο οποίος του την έσκασε. Μετά από αυτό, ο Διογένης βάλθηκε να κυνηγάει τον Αντισθένη για να τον δεχτεί στο κύκλο των μαθητών του. Ο Αντισθένης τον ζόρισε, αλλά εν τέλει τον δέχτηκε για μαθητή του, μιας και ο Διογένης του απέδειξε πως μπορούσε να προσαρμοστεί like a motherfucker στον ασκητικό τρόπο ζωής των κυνικών. Την πίστεψε άγρια ο Διογένης με τον κυνισμό. Κυκλοφορούσε ρακένδυτος, δεν είχε υπάρχοντα, ζούσε από την ελεημοσύνη των συμπολιτών του και αντί για σπίτι την έβγαζε μέσα σε ένα πιθάρι που άνηκε στο ναό της Κυβέλης.
Παράλληλα γυρόφερνε στην Αθήνα και προσέβαλλε ποικιλοτρόπως τη δημόσια αιδώ, γιατί σαν καλός κυνικός έπρεπε να δαγκώνει τους φίλους του για να τους διορθώνει (sic). Όμως κάποια στιγμή του τη βάρεσε να πάει κατά την Αίγινα και πάνω στο ταξίδι τον έκαναν τσακωτό πειρατές και τον πήγαν για πούλημα στο σκλαβοπάζαρο της Κρήτης. Εκεί τον αγόρασε ένας Κορίνθιος, ο Ξενιάδης και τον έβαλε να αναλάβει την εκπαίδευση των γιων του.
Πολύ σύντομα ο Ξενιάδης τον ελευθέρωσε, μιας και όπως φαίνεται, τέτοιο τσακάλι δεν του πήγαινε να το κρατάει σε καθεστώς δουλείας. Στη Κόρινθο ο Διογένης παρά τον τρολισμό που τον διακατείχε, ήταν γενικά αγαπητός και τύχαινε πολλές φορές να δίνει ομιλίες για το λαό της Κορίνθου κατά την διάρκεια της γιορτής των Ισθμίων. Αφού ελευθερώθηκε επίσης, αντί να μένει στο σπίτι του Ξενιάδη, μιας και ήταν δάσκαλος των γιων του, λέγεται πως βρήκε ένα πιθάρι κοντά στο Κράνειο Γυμνάσιο και την άραξε εκεί.
Έζησε στη Κόρινθο το υπόλοιπο της ζωής του και πέθανε το 323 μ.Χ., άλλοι λένε από δάγκωμα σκύλου, άλλοι λένε από κατανάλωση ωμού χταποδιού. Όπως και να έχει, είχε ζητήσει να πετάξουν το πτώμα του έξω από τη πόλη, για να το φάνε τα αγρίμια. Τον ρώτησαν αν ήταν σίγουρος για αυτό και αν όντως δεν τον ενοχλούσε να γίνει τροφή για τα ζωάκια. Απάντησε πως δεν θα τον πείραζε να του αφήσουν και μια ξύλινη μαγκούρα για να τα διώχνει. Τότε με κάπως μπερδεμένο, μα διόλου υποψιασμένο κεφάλι, τον ξαναρώτησαν: αφού δεν θα είχε αντίληψη της κατάστασής του, πως θα χρησιμοποιούσε τη μαγκούρα. Και ο μπάρμπας τους είπε το προφανές: “Αφού ρε παίδες δε θα νιώθω, τι με νοιάζει τι θα απογίνει το σαρκί μου;“
Ναι, οι αρχαίοι δεν το έπιαναν εύκολα το δούλεμα, γιατί δεν είχαν συνηθίσει δουλεματίες σαν το Διογένη.
Αφού λοιπόν ξεπετάξαμε το βίο του, ας περάσουμε στο τζερτζελέ κομμάτι του άρθρου.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ
- Πηγαίνοντας στην Αθήνα, πολλοί τον περιγελούσαν για το ότι ήταν εξόριστος και αυτός συνήθιζε να απαντάει:”Δεν με έδιωξαν από τη Σινώπη. Εγώ τους καταδίκασα να μένουν εκεί“.
- Όταν αρχικά ζήτησε να γίνει μαθητής του Αντισθένη, αυτός τον έδιωξε χωρίς δεύτερη κουβέντα. Ο Διογένης όμως του το ξαναζήτησε. Η απάντηση ήταν πάλι αρνητική. Ο Διογένης συνέχισε να παρενοχλεί τον δάσκαλο, μέχρι που αυτός πήρε ανάποδες και άρχισε να τον χτυπάει με μία βέργα, ο Διογένης όσο τις έτρωγε υποτίθεται πως του είπε: “Χτύπα! Δε θα βρεις ξύλο αρκετά σκληρό ώστε να με κρατήσεις μακριά σου, όσο εγώ πιστεύω πως έχεις κάτι να πεις” — χωρίς το αρχαιοελληνικό context, αυτή την ατάκα θα μπορούσε να την έχει ξεστομίσει οποιοσδήποτε overly attached μαζοχιστής.
- Ο Διογένης δεν έκανε απλά κριτική. Έκανεperformance. Οι σουρεαλιστές, οι ντανταϊστές και όλοι οι μοντέρνοι και μεταμοντέρνοι καλλιτέχνες πρέπει να κοιτάνε με θαυμασμό τα performances του με τίτλο “Ψάχνω για τίμιους ανθρώπους” και “Ιδού σου έφερα έναν Άνθρωπο!“. Το πρώτο το έκανε συχνά, κυκλοφορώντας μέρα μεσημέρι με ένα αναμμένο φανάρι στην αθηναϊκή αγορά, ψάχνοντας όπως έλεγε για καλή και τίμια ανθρώπια.
- Το δεύτερο πήρε χώρα στην Ακαδημία του Πλάτωνα, όπου έσκασε μύτη με ένα ξεπουπουλιασμένο κόκορα φωνάζοντας “Ιδού ο Άνθρωπος του Πλάτωνα!” βγάζοντας έτσι άκυρο τον γενικόλογο ορισμό του Πλάτωνα, ότι ο άνθρωπος είναι “ένα δίποδο, άπτερο ζώο“. Αμέσως μετά την παρεμβολή του παλαβού κυνικού, ο Πλάτωνας βιάστηκε να συμπληρώσει “με φαρδιά, επίπεδα νύχια” μήπως και το σώσει κάπως.
- Σε γενικές γραμμές, πέρα του ότι κυκλοφορούσε σαν το λέτσο στη πόλη της Αθήνας, έκανε διάφορα καφριλίκια με τρόπο που θα ζήλευε ακόμα και ο GG Allin: έτρωγε στην αγορά -πράγμα που ήταν απαγορευμένο-, έχεζε στο θέατρο, κατουρούσε και μοίραζε κωλοδάχτυλα σε κακοθελητές που τον έβριζαν και αυνανιζόταν δημόσια. Μάλιστα για τον αυνανισμό είχε πει: “Μακάρι να μπορούσα να ανακουφίσω και τη πείνα μου, τρίβοντας τη κοιλιά μου“. Όλα αυτά τα προβοκατόρικα όμως, δε τα έκανε επειδή ήταν ψυχοπαθής, αλλά επειδή ήθελε να αποδείξει πως ο άνθρωπος είναι ένα ζώο και θα πρέπει να ικανοποιεί τις φυσικές του ανάγκες δίχως ντροπές.
- Όταν οι Κορίνθιοι ετοιμάζονταν για πόλεμο, περιμένοντας τον Φίλιππο και τα στρατεύματα του να σκάσουν τριγύρω από την πόλη, ο Διογένης πήρε το πιθάρι του και άρχισε να το τσουλάει πέρα δώθε “για να μην είναι αδρανής” — είπαμε! Ήταν performer!
- Γνωστή είναι και η διήγηση που αναφέρει τη συνάντηση του Διογένη με τον Μέγα Αλέξανδρο. Στάλθηκαν λοιπόν τσιράκια του Αλέξανδρου στον Διογένη, να του πουν πως τον ζητάει ο βασιλιάς. Η απάντηση του ήταν:”Εγώ δεν θέλω να τον δω. Εάν θέλει αυτός ας έρθει να με δει“. Οπότε πάει ο Αλέκος έξω από το πιθάρι του λεγάμενου και ανακοινώνει:
- “Είμαι ο Βασιλιάς Αλέξανδρος“. Του απαντάει ο δικός μας “Και εγώ είμαι ο Διογένης ο Κύων“.
- Ανταπαντάει ο Αλέκος “Δε με φοβάσαι;” και γυρνάει ο σκύλος και του λέει “Και τι είσαι; Καλό ή κακό;”.
- Τρώει σκάλωμα μερικών στιγμών ο βασιλέας, παραδέχεται διανοητικά την ήττα του και πάει να το πάρει αλλιώς. “Τι χάρη θες να σου κάνω” του λέει. “Σταμάτα να μου κρύβεις τον ήλιο“. 2-0 υπέρ του σκυλοσόφου. Έκανε το καγκούρι ένα “τσακ” παρακεί για να μη ρίχνει τη σκιά του στο Διογένη και έπιασαν μια μακροσκελή συζήτηση για το πότε ένας βασιλιάς είναι ωφέλιμος στο λαό του.
- Ο κάγκουρας δε παίζει να κατάλαβε και πολλά, αλλά μετέπειτα αναφώνησε: “Αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος θα ήθελα να είμαι ο Διογένης“.
- Ο Διογένης, απ’ όσο γνωρίζουμε ήταν πολυγραφότατος. Για κάποιο λόγο όμως δεν έχει σωθεί κανένα έργο του, παρά μόνο οι τίτλοι τους, καταγεγραμμένοι από τον Διογένη τον Λαέρτιο.
- Ο ίδιος συνέλεξε διάφορα ανέκδοτα και ιστορίες σχετικές με τον Διογένη — θέλουμε σκυλόσοφο και τον θέλουμε τώρα! Δε μας νοιάζει αν είναι από δεύτερο ή τρίτο χέρι!
Κάπου εδώ λέω να σε αφήσω. Χάρηκα που είδαμε μαζί αυτή την ιδιαίτερη περίπτωση αρχαίου τρελάκια. Αν μη τι άλλο είμαι σίγουρη πως μέσα στη καφρίλα του τον βρήκες και εσύ αξιαγάπητο και παράλληλα σοφό, με τον δικό του ανορθόδοξο τρόπο.
Χωρίς φανφάρες και σοβαροφάνειες αμφισβήτησε το παράλογο του ανθρώπινου βίου, σε μια εποχή μάλλον λιγότερο παράλογη από τη δική μας, και πάνω απ’ όλα ήταν ειλικρινής. Στα λόγια του, στις πράξεις του, στον βίο του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου