Του Θόδωρου Κατσανέβα
Η υφεσιακή περιδίνηση στην οποία έχει περιπέσει η χώρα μέσα από τις πολιτικές της ακραίας περιοριστικής οικονομικής πολιτικής υπό την καθοδήγηση της Τρόικας, δεν επιτρέπει την ελάχιστη ελπίδα αισιοδοξίας για έξοδο από την κρίση. Η επιβολή συνταγών σκληρής λιτότητας, ιδιαίτερα σε περιόδους ύφεσης, οδηγεί σε μεγαλύτερη διεύρυνση της πτωτικής πορείας της οικονομίας. Η φτώχεια φέρνει περισσότερη φτώχεια.
Η βίαιη συρρίκνωση των εισοδημάτων οδηγεί στην κάθετη πτώση της εσωτερικής ζήτησης και κατ’ επέκταση στον περιορισμό της παραγωγής, στην κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας, στη συμπίεση της φορολογητέας και ασφαλιστικής ύλης, στην τεράστια μείωση των κρατικών εσόδων και του εθνικού εισοδήματος.
Τα χρέη, ως απόλυτο μέγεθος αλλά και ως ποσοστό του εθνικού εισοδήματος μεγεθύνονται. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, ύστερα από το τελευταίο «κούρεμα» το χρέος, το οποίο σε μεγάλο ποσοστό πριμοδοτήθηκε από εγχώριους πόρους, διευρύνθηκε ακόμα περισσότερο.
Το αδιέξοδο της σημερινής πορείας έχουν επισημάνει όχι μόνο έγκυροι διεθνείς αναλυτές όπως ο Paul Krugman, ο Hans Werner Zinn, Jayatti Ghosh, Jojeph Stiglitz, Noam Chomski, Kenneth Rogoff, Marcello de Cecco, Klaous Kastner, Max Kaizer, Zack Sapir, Hemout Slesinger, Roger Bootle, Nuerel Rubini, κλπ., αλλά και διεθνείς οίκοι με εκθέσεις τους, όπως η Ιαπωνική Nomura, η Citi Bank και πολλοί άλλοι, μεταξύ των οποίων και το ίδιο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πρόσφατα, κορυφαίος δημοσιογράφος του κατεστημένου, παραδέχτηκε δημόσια ότι, «όλοι ξέραμε ότι η πολιτική του Μνημονίου δε βγαίνει, αλλά μας έλεγαν μην το πείτε τώρα δεν είναι σωστό».
Αλλά ακόμα και αν γίνει η απίθανη υπόθεση εργασίας ότι, κάποια στιγμή οι Γερμανοί υπερκυρίαρχοι αποφασίσουν να μας χαρίσουν το μεγαλύτερο μέρος ή ακόμα και όλα τα χρέη μας, και πάλι μετά από 10-15 χρόνια, η χώρα μας, όπως και οι άλλες περιφερειακές οικονομίες, θα περιπέσουν σε κατάσταση οικονομικής αδυναμίας.
Και αυτό γιατί το ευρώ είναι ένα σκληρό νόμισμα που δεν επιτρέπει την ανάκτηση της χαμένης ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Η τελευταία βρίσκεται σε διαφορετική νομισματική ζώνη απ΄αυτήν της Γερμανίας και των άλλων βορειοκεντρικών χωρών, σύμφωνα και με τη θεωρία του Νομπελίστα Robet Mandel), Οι χώρες αυτές ευνοούνται από την υψηλή ισοτιμία του ευρώ γιατί παράγουν ολιγοπωλειακά προϊόντων έντασης κεφαλαίου και υψηλής τεχνολογίας, ( με μικρή προστιθέμενη αξία του συντελεστή εργασία), που επιτρέπει υψηλά περιθώρια κέρδους, χωρίς υπερβολική συμπίεση της αμοιβής εργασίας.
Και για να το απλουστεύσουμε. Ο κυριότερος τομέας της ελληνικής οικονομίας είναι ο τουρισμός. Οι ανταγωνίστριες μας χώρες, η Τουρκία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Αίγυπτος, η Τυνησία, κλπ., πουλάνε το τουριστικό τους προϊόν πολύ πιο φτηνά, αφού λόγω του υποτιμημένου τους νομίσματος σε σχέση με το σκληρό ευρώ, το ίδιο δωμάτιο εκεί κοστίζει λιγότερο απ’ ότι εδώ. Ακόμα και αν οι Έλληνες ξενοδόχοι συμπιέσουν στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, το ημερομίσθιο λχ. στα 20 ευρώ, και πάλι στις ανταγωνίστριες χώρες το ημερομίσθιο θα είναι φτηνότερο λχ. 15 ή και 10 ευρώ.
Ο εργαζόμενος στις χώρες αυτές, μπορεί να αμείβεται με μικρότερο ημερομίσθιο που έχει όμως ίδια περίπου ανταλλακτική αξία με το ημερομίσθιο στην Ελλάδα, γιατί εκεί το κόστος ζωής εκεί είναι χαμηλότερο. Το ίδιο ισχύει και στο γεωργικό τομέα -ένα άλλο ισχυρό τομέα της ελληνικής οικονομίας-όπου το κόστος εργασίας αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού κόστους παραγωγής, είναι δηλ. προϊόν έντασης εργασίας.
Αντίθετα, η κύρια παραγωγή των βορειοκεντρικών ευρωπαϊκών χωρών προσανατολίζεται σε τεχνολογικά βιομηχανικά προϊόντα όπου το κόστος εργασίας αποτελεί μικρό μέρος του συνολικού κόστους παραγωγής. Κατά συνέπεια, έχει μικρότερη σημασία αν το ατομικό ημερομίσθιο είναι υψηλότερο απ’ ότι στην Ελλάδα. Οι αξονικοί τομογράφοι που παράγει λχ. η γερμανική Seamens, ανταγωνίζονται προϊόντα υψηλής τεχνολογίας κυρίως των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας με επίσης σκληρά νομίσματα και με τεράστια περιθώρια κέρδους, αφού η συμμετοχή του σχετικά ανελαστικού κόστους εργασίας είναι μικρή στο συνολικό κόστος παραγωγής.
Η Κίνα, η οποία έχει αναπτυχθεί βιομηχανικά και ακολουθεί ταχύτατα τις εξελίξεις στη νέα τεχνολογία, πουλά τα προϊόντα της πολύ φτηνά λόγω του υποτιμημένου της νομίσματος του Γουάν. Παρ’ όλες τις εκκλήσεις και απειλές από τους δυτικούς για το θέμα αυτό, ο Ασιατικός κολοσσός, διατηρώντας το νόμισμά του υποτιμημένο, έχει σωρεύσει συναλλαγματικά αποθέματα της τάξης των 4 δις. δολαρίων σαρώνοντας τις διεθνείς αγορές και καταστρέφοντας τη δική μας μεσαίου δυναμικού βιομηχανική παραγωγή, λόγω της χαλαρής δασμολογικής πολιτικής που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά η Κίνα είναι μια ανεξάρτητη υπερδύναμη που διαθέτει το δικό της νόμισμα και την πολιτική ισχύ να επιβάλλει τις ισοτιμίες που επιθυμεί. Εδώ, αξίζει να θυμηθούμε το δόγμα Ρότσιλντ : «δώσε σε εμένα το δικαίωμα να εκδίδω χρήμα και άσε τους άλλους να φτιάχνουν νόμους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου