Γερμανός αποκάλυψε τον τρόπο, με τον οποίο τα λόμπι της Πολιτικής, του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των μυστικών υπηρεσιών, χρηματίζουν ορισμένους δημοσιογράφους που επηρεάζουν με τις αναφορές τους την κοινή γνώμη.
Δημοσιογράφος είναι, με βάση την «ετυμολογία» της λέξης, ο οποιοσδήποτε γράφει δημόσια – στην πραγματικότητα όμως, όσον αφορά την Ελλάδα, κυρίως όσοι ανήκουν στην ΕΣΗΕΑ, η οποία λειτουργεί «προς όφελος» των μελών της.
Οι δημοσιογράφοι διακρίνονται σε αυτούς που «μεταφέρουν» απλά ειδήσεις, χωρίς να τις «εμπλουτίζουν» με τις υποκειμενικές τους απόψεις, στους ερευνητές ειδικών περιπτώσεων (σκάνδαλα, εταιρείες, πολιτικούς, δικαστικές υποθέσεις κλπ.), στους «αναζητούντες την αλήθεια» μέσω συνεντεύξεων που πολύ συχνά είναι «στημένες» (image makers) , σε αυτούς που καταγγέλλουν τους πάντες και τα πάντα (συναντώνται κυρίως στα τοπικά τηλεοπτικά δίκτυα και στα μικρά ραδιόφωνα), με στόχο .....
...την αύξηση του αναγνωστικού ή τηλεοπτικού τους μεριδίου, οπότε τη διαφημιστική τους άνοδο κοκ.
Φυσικά υπάρχουν και οι «εξειδικευμένοι δημοσιογράφοι» σε θέματα οικονομίας, νομικής, ιατρικής κλπ. –ελάχιστοι από τους οποίους έχουν σπουδάσει την επιστήμη, για την οποία γράφουν, με αποτέλεσμα να ενημερώνουν με το χειρότερο δυνατό τρόπο αυτούς που τους παρακολουθούν (εάν υποθέσουμε πως δεν εξυπηρετούν πολιτικά ή άλλα συμφέροντα, όπου η γνώση της αλήθειας είναι περιττή, εάν δεν είναι ζημιογόνα).
Κατά την άποψη πολλών, οι πλέον «επικίνδυνοι» είναι οι ερευνητές ειδικών περιπτώσεων (investigativeJournalism), οι οποίοι λειτουργούν ως «ντετέκτιβ» – με την έννοια πως μία μικρή, αν και απροσδιόριστη μειοψηφία τους, συνηθίζει να κερδίζει τεράστια ποσά, με τη βοήθεια εκβιασμών.
Αναλυτικότερα, εάν ο «δημοσιογράφος-ερευνητής» έχει ανακαλύψει μία παράνομη πράξη ενός ατόμου, ενός κόμματος ή μίας επιχείρησης που ερευνάει, εμφανίζει αρχικά σε κάποιο ΜΜΕ το θέμα, χωρίς να εμβαθύνει στις λεπτομέρειες, έτσι ώστε να ενημερώνονται τα θύματα του – με αποτέλεσμα να εισπράττει μεγάλα ποσά για την αποσιώπηση του θέματος στη συνέχεια, αφού τα έντρομα θύματα σπεύδουν να εξαγοράσουν τη σιωπή του.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που μπορούν να επιβιώνουν εφημερίδες, για παράδειγμα, οι οποίες εμφανίζουν τεράστιες ζημίες στους ισολογισμούς τους – αφού τα έσοδα από τις παραπάνω «ειδικές περιπτώσεις», δεν μπορούν φυσικά να εμφανιστούν επίσημα.
Ειδικά όσον αφορά τις επιχειρήσεις, αλλά και τα πολιτικά κόμματα εξουσίας, η σιωπή εξαγοράζεται συνήθως με την παροχή διαφημιστικών καταχωρήσεων – αφού θεωρείται εύλογο εκ μέρους του «κυκλώματος», να μην γράφει ή να μην μεταδίδει αρνητικές ειδήσεις ή έρευνες, οι οποίες αφορούν τους διαφημιζόμενους.
Οι πλέον επικίνδυνοι τώρα δημοσιογράφοι για ολόκληρη την κοινωνία δεν είναι ίσως οι «ερευνητές», αλλά αυτοί που χειραγωγούν έντεχνα την κοινή γνώμη – αμειβόμενοι πλουσιοπάροχα από τους εκάστοτε εντολείς τους.
Οι συγκεκριμένοι αποκαλούνται από τους Γερμανούς, οι οποίοι έχουν ερευνήσει διεξοδικά το θέμα,ανακαλύπτοντας σταδιακά ένα απίστευτα διεφθαρμένο δημοσιογραφικό κύκλωμα, «εξαγορασμένοι χειραγωγοί» – με την έννοια πως τα «ρεπορτάζ» τους είναι κατά παραγγελία εκ μέρους όλων αυτών, οι οποίοι έχουν στόχο τη χειραγώγηση των μαζών.
Φυσικά εργάζονται για μεγάλα και φημισμένα ΜΜΕ, τα οποία θεωρούνται δυστυχώς αξιόπιστα από την πλειοψηφία των ανθρώπων – όπως στο παράδειγμα μεγάλης και σοβαρότατης γερμανικής εφημερίδας, της FAZ, στην οποία εργαζόταν γνωστός γερμανός δημοσιογράφος που στη συνέχεια αποκάλυψε, έχοντας από πρώτο χέρι γνώση, πως ακριβώς εξαγοράζονται οι συνάδελφοί του.
Εκφράζοντας δημόσια την ντροπή του, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για ορισμένους συνάδελφους του στην εφημερίδα, ο δημοσιογράφος έφερε στην επιφάνεια τον τρόπο, με τον οποίο τα λόμπι της Πολιτικής, του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς επίσης των μυστικών υπηρεσιών εξαγοράζουν όλους αυτούς,οι οποίοι επηρεάζουν με τις αναφορές τους την κοινή γνώμη.
Με τον τρόπο αυτό τεκμηρίωσε πως η δήθεν ελευθερία του Τύπου στη Γερμανία (προφανώς και σε άλλες χώρες), είναι στην πραγματικότητα ένα μέρος της χειραγώγησης των μαζών. Εάν κάποιοι δημοσιογράφοι δε αρνηθούν το χρηματισμό τους, θεωρώντας υποχρέωση τους να μην αποκρύψουν ένα πολιτικό σκάνδαλο ή να μην προωθήσουν κάποια κατά παραγγελία είδηση, ευρίσκονται συνήθως αντιμέτωποι είτε με τη ΣΔΟΕ της χώρας τους. είτε με την Εισαγγελία – ως ύποπτοι φοροδιαφυγής, προδοσίας κρατικών μυστικών ή με κάποια άλλη κατηγορία.
Στο γράφημα που ακολουθεί, το οποίο προέρχεται από τη «Διεθνή Διαφάνεια», φαίνεται η διαφθορά σε ορισμένους τομείς διεθνώς – κατά μέσον όρο φυσικά, αφού σε πολλές χώρες είναι διαφορετική.
Κόσμος – οι τομείς με τη μεγαλύτερη τάση απέναντι στη διαφθορά. Σε πολλές περιπτώσεις, τα Media (μέσα) δηλώνονται ως λιγότερο διεφθαρμένα, λόγω του ότι η μέτρησή του εν λόγου δείκτη συναντά αρκετά εμπόδια (ελάχιστες οι καταδίκες, αφού η επαλήθευση έχει αποδειχθεί σχεδόν αδύνατη).
Περαιτέρω, ενδιαφέρουσα ήταν επίσης η αποκάλυψη της ονομαζόμενης «ευρώ-ατλαντικής γέφυρας», η οποίααναφέρεται σε ένα μεγάλο δημοσιογραφικό κύκλωμα που χειραγωγεί την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, προς όφελος των Η.Π.Α. – με την έννοια πως προωθεί τα συμφέροντα της υπερδύναμης στην Ευρώπη, με τη βοήθεια των ευρωπαϊκών ΜΜΕ.
Εδώ αναρωτιέται εύλογα κανείς ποιό ή μάλλον από ποιόν χρηματοδοτείται εκείνο το «δημοσιογραφικό κύκλωμα» στη Γερμανία, το οποίο «ασχολείται επαγγελματικά» με τη δυσφήμιση, καθώς επίσης με τον εθνικό εξευτελισμό της Ελλάδας – μέσω δημαγωγικών εφημερίδων του τύπου της Bild ή Ελλήνων δημοσιογράφων που εργάζονται σε γερμανικά έντυπα (όπως του «Έλληνα» που έγραψε, στο Spiegel αν δεν κάνω λάθος, πως κατά τη διάρκεια των διακοπών του, κανένας Έλληνας δεν του έδινε αποδείξεις!).
Ολοκληρώνοντας, το να ζητάς από έναν λαό να ψηφίζει ή να κρίνει σωστά, όταν είναι αντιμέτωπος με τέτοια «σκουπίδια», είναι μάλλον υπερβολικό. Δυστυχώς, το μόνο που βοηθάει σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η προσεκτική επιλογή των ΜΜΕ, με τα οποία ενημερώνεται κανείς – κάτι που όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο στην εφαρμογή του.
Ιάκωβος Ιωάννου, για το Analyst.gr
Δημοσιογράφος είναι, με βάση την «ετυμολογία» της λέξης, ο οποιοσδήποτε γράφει δημόσια – στην πραγματικότητα όμως, όσον αφορά την Ελλάδα, κυρίως όσοι ανήκουν στην ΕΣΗΕΑ, η οποία λειτουργεί «προς όφελος» των μελών της.
Οι δημοσιογράφοι διακρίνονται σε αυτούς που «μεταφέρουν» απλά ειδήσεις, χωρίς να τις «εμπλουτίζουν» με τις υποκειμενικές τους απόψεις, στους ερευνητές ειδικών περιπτώσεων (σκάνδαλα, εταιρείες, πολιτικούς, δικαστικές υποθέσεις κλπ.), στους «αναζητούντες την αλήθεια» μέσω συνεντεύξεων που πολύ συχνά είναι «στημένες» (image makers) , σε αυτούς που καταγγέλλουν τους πάντες και τα πάντα (συναντώνται κυρίως στα τοπικά τηλεοπτικά δίκτυα και στα μικρά ραδιόφωνα), με στόχο .....
...την αύξηση του αναγνωστικού ή τηλεοπτικού τους μεριδίου, οπότε τη διαφημιστική τους άνοδο κοκ.
Φυσικά υπάρχουν και οι «εξειδικευμένοι δημοσιογράφοι» σε θέματα οικονομίας, νομικής, ιατρικής κλπ. –ελάχιστοι από τους οποίους έχουν σπουδάσει την επιστήμη, για την οποία γράφουν, με αποτέλεσμα να ενημερώνουν με το χειρότερο δυνατό τρόπο αυτούς που τους παρακολουθούν (εάν υποθέσουμε πως δεν εξυπηρετούν πολιτικά ή άλλα συμφέροντα, όπου η γνώση της αλήθειας είναι περιττή, εάν δεν είναι ζημιογόνα).
Κατά την άποψη πολλών, οι πλέον «επικίνδυνοι» είναι οι ερευνητές ειδικών περιπτώσεων (investigativeJournalism), οι οποίοι λειτουργούν ως «ντετέκτιβ» – με την έννοια πως μία μικρή, αν και απροσδιόριστη μειοψηφία τους, συνηθίζει να κερδίζει τεράστια ποσά, με τη βοήθεια εκβιασμών.
Αναλυτικότερα, εάν ο «δημοσιογράφος-ερευνητής» έχει ανακαλύψει μία παράνομη πράξη ενός ατόμου, ενός κόμματος ή μίας επιχείρησης που ερευνάει, εμφανίζει αρχικά σε κάποιο ΜΜΕ το θέμα, χωρίς να εμβαθύνει στις λεπτομέρειες, έτσι ώστε να ενημερώνονται τα θύματα του – με αποτέλεσμα να εισπράττει μεγάλα ποσά για την αποσιώπηση του θέματος στη συνέχεια, αφού τα έντρομα θύματα σπεύδουν να εξαγοράσουν τη σιωπή του.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που μπορούν να επιβιώνουν εφημερίδες, για παράδειγμα, οι οποίες εμφανίζουν τεράστιες ζημίες στους ισολογισμούς τους – αφού τα έσοδα από τις παραπάνω «ειδικές περιπτώσεις», δεν μπορούν φυσικά να εμφανιστούν επίσημα.
Ειδικά όσον αφορά τις επιχειρήσεις, αλλά και τα πολιτικά κόμματα εξουσίας, η σιωπή εξαγοράζεται συνήθως με την παροχή διαφημιστικών καταχωρήσεων – αφού θεωρείται εύλογο εκ μέρους του «κυκλώματος», να μην γράφει ή να μην μεταδίδει αρνητικές ειδήσεις ή έρευνες, οι οποίες αφορούν τους διαφημιζόμενους.
Οι πλέον επικίνδυνοι τώρα δημοσιογράφοι για ολόκληρη την κοινωνία δεν είναι ίσως οι «ερευνητές», αλλά αυτοί που χειραγωγούν έντεχνα την κοινή γνώμη – αμειβόμενοι πλουσιοπάροχα από τους εκάστοτε εντολείς τους.
Οι συγκεκριμένοι αποκαλούνται από τους Γερμανούς, οι οποίοι έχουν ερευνήσει διεξοδικά το θέμα,ανακαλύπτοντας σταδιακά ένα απίστευτα διεφθαρμένο δημοσιογραφικό κύκλωμα, «εξαγορασμένοι χειραγωγοί» – με την έννοια πως τα «ρεπορτάζ» τους είναι κατά παραγγελία εκ μέρους όλων αυτών, οι οποίοι έχουν στόχο τη χειραγώγηση των μαζών.
Φυσικά εργάζονται για μεγάλα και φημισμένα ΜΜΕ, τα οποία θεωρούνται δυστυχώς αξιόπιστα από την πλειοψηφία των ανθρώπων – όπως στο παράδειγμα μεγάλης και σοβαρότατης γερμανικής εφημερίδας, της FAZ, στην οποία εργαζόταν γνωστός γερμανός δημοσιογράφος που στη συνέχεια αποκάλυψε, έχοντας από πρώτο χέρι γνώση, πως ακριβώς εξαγοράζονται οι συνάδελφοί του.
Εκφράζοντας δημόσια την ντροπή του, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για ορισμένους συνάδελφους του στην εφημερίδα, ο δημοσιογράφος έφερε στην επιφάνεια τον τρόπο, με τον οποίο τα λόμπι της Πολιτικής, του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς επίσης των μυστικών υπηρεσιών εξαγοράζουν όλους αυτούς,οι οποίοι επηρεάζουν με τις αναφορές τους την κοινή γνώμη.
Με τον τρόπο αυτό τεκμηρίωσε πως η δήθεν ελευθερία του Τύπου στη Γερμανία (προφανώς και σε άλλες χώρες), είναι στην πραγματικότητα ένα μέρος της χειραγώγησης των μαζών. Εάν κάποιοι δημοσιογράφοι δε αρνηθούν το χρηματισμό τους, θεωρώντας υποχρέωση τους να μην αποκρύψουν ένα πολιτικό σκάνδαλο ή να μην προωθήσουν κάποια κατά παραγγελία είδηση, ευρίσκονται συνήθως αντιμέτωποι είτε με τη ΣΔΟΕ της χώρας τους. είτε με την Εισαγγελία – ως ύποπτοι φοροδιαφυγής, προδοσίας κρατικών μυστικών ή με κάποια άλλη κατηγορία.
Στο γράφημα που ακολουθεί, το οποίο προέρχεται από τη «Διεθνή Διαφάνεια», φαίνεται η διαφθορά σε ορισμένους τομείς διεθνώς – κατά μέσον όρο φυσικά, αφού σε πολλές χώρες είναι διαφορετική.
Περαιτέρω, ενδιαφέρουσα ήταν επίσης η αποκάλυψη της ονομαζόμενης «ευρώ-ατλαντικής γέφυρας», η οποίααναφέρεται σε ένα μεγάλο δημοσιογραφικό κύκλωμα που χειραγωγεί την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, προς όφελος των Η.Π.Α. – με την έννοια πως προωθεί τα συμφέροντα της υπερδύναμης στην Ευρώπη, με τη βοήθεια των ευρωπαϊκών ΜΜΕ.
Εδώ αναρωτιέται εύλογα κανείς ποιό ή μάλλον από ποιόν χρηματοδοτείται εκείνο το «δημοσιογραφικό κύκλωμα» στη Γερμανία, το οποίο «ασχολείται επαγγελματικά» με τη δυσφήμιση, καθώς επίσης με τον εθνικό εξευτελισμό της Ελλάδας – μέσω δημαγωγικών εφημερίδων του τύπου της Bild ή Ελλήνων δημοσιογράφων που εργάζονται σε γερμανικά έντυπα (όπως του «Έλληνα» που έγραψε, στο Spiegel αν δεν κάνω λάθος, πως κατά τη διάρκεια των διακοπών του, κανένας Έλληνας δεν του έδινε αποδείξεις!).
Ολοκληρώνοντας, το να ζητάς από έναν λαό να ψηφίζει ή να κρίνει σωστά, όταν είναι αντιμέτωπος με τέτοια «σκουπίδια», είναι μάλλον υπερβολικό. Δυστυχώς, το μόνο που βοηθάει σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η προσεκτική επιλογή των ΜΜΕ, με τα οποία ενημερώνεται κανείς – κάτι που όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο στην εφαρμογή του.
Ιάκωβος Ιωάννου, για το Analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου