Με την κρίση της Ευρωζώνης στο τρίτο της έτος και την πτώση της παραγωγής σε Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία, οι διαφορετικές εμπειρίες από την Ελλάδα και την Ιρλανδία προσφέρουν χρήσιμα μαθήματα, σημειώνει νέα έκθεση του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών. Μία μετρημένη δημοσιονομική προσαρμογή βοήθησε την Ιρλανδία να ανακτήσει την αναπτυξιακή δυναμική της, ώστε να επιβεβαιώσει πως μπορεί να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της και να εκδώσει νέους τίτλους.
Με μεγαλύτερο αρχικό χρέος και έλλειμμα και ελάχιστα να απομένουν από το αναπτυξιακό κρεσέντο ως το 2008, αντίθετα, η πολύ σκληρότερη λιτότητα που απαιτήθηκε από την Ελλάδα, είχε πολύ αρνητικότερες συνέπειες στο ΑΕΠ της χώρας.
Έτσι και το χρέος αυξήθηκε περαιτέρω και εντάθηκε η ανασφάλεια στους δανειστές για την αξία των τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, παρά την δημοσιονομική προσαρμογή και το διπλό «κούρεμα» του χρέους.
Ενδεικτικά, η έκθεση του IIF επισημαίνει, μεταξύ άλλων, για την τριετία 2010-2012:η μέση ετήσια δημοσιονομική προσαρμογή στην Ιρλανδία ήταν 1,7%, ενώ στην Ελλάδα υπερτριπλάσια, στο 5,2% το δημόσιο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ έμεινε σταθερό στην Ιρλανδία λόγω της ανάπτυξης, ενώ στην Ελλάδα εκτινάχθηκε λόγω της ύφεσης οι μεγάλες ξένες επενδύσεις, η ανταγωνιστικότητα και οι εξαγωγές ήταν ο «κινητήρας» της ιρλανδικής οικονομίας, όταν στην Ελλάδα η ανάκαμψη είναι ακόμη επισφαλής χωρίς περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή
Ενδεικτικά, η έκθεση του IIF επισημαίνει, μεταξύ άλλων, για την τριετία 2010-2012:η μέση ετήσια δημοσιονομική προσαρμογή στην Ιρλανδία ήταν 1,7%, ενώ στην Ελλάδα υπερτριπλάσια, στο 5,2% το δημόσιο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ έμεινε σταθερό στην Ιρλανδία λόγω της ανάπτυξης, ενώ στην Ελλάδα εκτινάχθηκε λόγω της ύφεσης οι μεγάλες ξένες επενδύσεις, η ανταγωνιστικότητα και οι εξαγωγές ήταν ο «κινητήρας» της ιρλανδικής οικονομίας, όταν στην Ελλάδα η ανάκαμψη είναι ακόμη επισφαλής χωρίς περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή
Χρέος και δανεισμός από τις αγορές.
Η Ιρλανδία ήδη βλέπει τους τίτλους της να διαπραγματεύονται με αποδόσεις κάτω του 4% στη δευτερογενή αγορά και οι αναλυτές εκτιμούν ότι με το τέλος του Μνημονίου, τον Δεκέμβριο του 2013, η χώρα θα μπορεί να δανείζεται κανονικά από τις αγορές. Παρά ταύτα, το δημόσιο χρέος της αυξάνεται και θα αυξάνεται ως το 2015.
Το Δουβλίνο μάλιστα προχώρησε το 2010 σε δανεισμό κεφαλαίων της τάξης του 20% του ΑΕΠ για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ενώ χρησιμοποίησε και άλλους πόρους, επιπλέον 12% του ΑΕΠ, για τον ίδιο λόγο.
Εάν δεν είχαν γίνει αυτές οι κινήσεις, την υπό εξέταση τριετία το ιρλανδικό χρέος θα είχε κάνει άλμα 69% στο 130% του ΑΕΠ, δηλαδή στο επίπεδο από το οποίο ξεκίνησε η «ελληνική περιπέτεια» των Μνημονίων.
Ακόμη κι έτσι, όμως, αυξήθηκε κατά 53% και σχεδόν διπλασιάστηκε στο 118% στο τέλος του περασμένου έτους.
Η Ελλάδα μετά το «κούρεμα» της περασμένης Ανοιξης και την επαναγορά του Φθινοπώρου (μείωση κατά 41% μαζί με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών), συνεχίζει να παρουσιάζει ένα δημόσιο χρέος το οποίο κατά πολλούς είναι αδύνατο να αποπληρώσει.
Η επιστροφή της στις αγορές είναι ακόμη πολύ μακριά και όπως τονίζει η έκθεση, μεγάλο μέρος της δυσπιστίας των αγορών αφορά την πολύ κακή επίδοση στην ανάπτυξη, καθώς σε επίπεδο χρέους πάει καλύτερα από τους Ιρλανδούς. Την τριετία 2010-2012 το ελληνικό χρέος αυξήθηκε μόλις κατά 32% και ακόμη και χωρίς «κούρεμα» και επαναγορά η άξηση θα ήταν αντίστοιχη, στο 73%. Ακόμη 9% του ΑΕΠ σε χρέος προκλήθηκε το 2012 από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, καθώς αντίθετα με το Δουβλίνο, η Αθήνα δεν είχε διαθέσιμους πόρους να εισφέρει.
Η ύφεση εκτίναξε το ελληνικό χρέος
Τρία χρόνια συρρίκνωσης του ΑΕΠ της Ελλάδας προκάλεσαν ποσοστιαία αύξηση του χρέους κατά 30%, τονίζει το IIF. Λόγω του μεγαλύτερου χρέους, η επίπτωση της ύφεσης ήταν πολύ μεγαλύτερη από ότι στην Ιρλανδία, ακόμη και αν αυτή παρουσίαζε αντίστοιχη ύφεση. Με την οικονομική ανάκαμψη να έχει αρχίσει διστατικά από το 2011, το ιρλανδικό χρέος αναμένεται να φτάσει στο ζενίθ του φέτος, όχι πολύ ψηλότερα από το αντίστοιχο του 2011, υποθέτοντας ότι θα επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Βασισμένη στην ανάπτυξη, η θετική δυναμική του ιρλανδικού χρέους είναι η καλύτερη από όλες τις περιφερειακές χώρες της Ευρωζώνης. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που οι αποδόσεις των ιρλανδικών τίτλων υποχώρησαν τόσο πολύ και σταδιακά αποκαθίσταται η πρόσβαση στις αγορές.
Απασχόληση, εξαγωγές και... διαδηλώσεις
Πού οφείλεται όμως η ταχεία ανάνηψη της Ιρλανδίας και ποιος ευθύνεται για την σκληρή ελληνική ύφεση; Η αρχική υπόθεση θέλει την Ιρλανδία να ξεκινά με λιγότερα διαρθρωτικά προβλήματα και χαμηλή φορολογία επιχειρήσεων, κάτι που προσελκύει ξένες επενδύσεις 7% του ΑΕΠ ετησίως το διάστημα 2000-2011, έναντι μόλις 0,8% για την Ελλάδα. Ωστόσο σε επίπεδο ανάπτυξης η Ελλάδα δεν υπολειπόταν ιδιαίτερα τα προηγούμενα χρόνια, με μέση ανάπτυξη 4% το διάστημα 1997-2007, έναντι 6,6% των Ιρλανδών.
Κλειδί ήταν η αύξηση της απασχόλησης, που στην Ιρλανδία έφτασε το 4,2% ετησίως, με την μετανάστευση και την αύξηση της γυναικείας απασχόλησης, όταν στην Ελλάδα ήταν 1,5%. Αντίθετα, οι δύο οικονομίες είχαν παραπλήσιες επιδόσεις στην αύξηση της παραγωγικότητας, στην μείωση του κόστους της μονάδας εργασίας αλλά και στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.
Καίριος ήταν επίσης ο ρόλος των εξαγωγών και της προστιθέμενης αξίας τους στην οικονομία.
Η Ιρλανδία την τριετία 2010-2012 είδε αυτό το ποσοστό να φτάνει το 55% του ΑΕΠ, όταν στην Ελλάδα η προστιθέμενη αξία ήταν μόλις 15%. Τελικά η Ιρλανδία βρέθηκε μέσω των εξαγωγών έστω και οριακά σε θετικό πρόσημο, όταν η Ελλάδα έβλεπε το ΑΕΠ της να συρρικνώνεται κατά 6,3% ετησίως.
Η λιτότητα «χτύπησε» την ελληνική οικονομία και με έναν ακόμη σκληρό τρόπο, που δεν αντιμετώπισε η Ιρλανδία.
Η λιτότητα «χτύπησε» την ελληνική οικονομία και με έναν ακόμη σκληρό τρόπο, που δεν αντιμετώπισε η Ιρλανδία.
Οι συνεχείς, μαζικές και επεισοδιακές διαδηλώσεις που έκαναν σταθερά το γύρο του κόσμου «τραυμάτισαν» τον βασικό πυλώνα της οικονομίας της, τον τουρισμό. Οι Ιρλανδοί δεν «πείραξαν» τις αποδοχές στον Δημόσιο Τομέα, εξασφαλίζοντας κοινωνική ειρήνη με τα σωματεία πριν την έναρξη του προγράμματος.
ΕΘΝΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου